GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

Μ.Ανατολή:Το ξύπνημα του «κοιμισμένου» Τζο σφυροκοπάει τις στοχεύσεις του Ιράν

Μετά από 10 ημέρες «νηνεμίας», οι ΗΠΑ επέδραμαν κατά στόχων στην ανατολική Συρία, εγκαινιάζοντας με αυτόν τον τρόπο την πρώτη στρατιωτικ...



Μετά από 10 ημέρες «νηνεμίας», οι ΗΠΑ επέδραμαν κατά στόχων στην ανατολική Συρία, εγκαινιάζοντας με αυτόν τον τρόπο την πρώτη στρατιωτική επιχείρηση της προεδρίας Μπάιντεν.

Τα αεροπορικά πλήγματα εναντίον της Χασντ αλ Σάαμπι, μιας ισχυρής συμμαχίας παραστρατιωτικών οργανώσεων προσκείμενων στο Ιράν, κύριο στόχο είχαν να στείλουν το μήνυμα ότι η νέα διοίκηση των ΗΠΑ δεν θα ανεχθεί επιθέσεις εναντίον των υπηκόων της.

Η επίθεση, αν και ομοιάζει με τα κτυπήματα επί διακυβέρνησης Τραμπ στο Ιράκ, φέρει κάποια χαρακτηριστικά, τα οποία, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, την καθιστούν μια πιο «ισορροπημένη» και «μετρημένη» προσέγγιση. 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η διασύνδεση με τη συζήτηση γύρω από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, την ώρα μάλιστα που η Τεχεράνη αρνείται τον διάλογο με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.



Η ακτινογραφία του πρώτου στρατιωτικού κτυπήματος

Μετά από δέκα ημέρες εντατικών διαβουλεύσεων, ο Μπάιντεν έδωσε το πράσινο φως στο Πεντάγωνο για αεροπορικά πλήγματα στην ανατολική Συρία εναντίον παραστρατιωτικών οργανώσεων που πρόσκεινται στο Ιράν.

Πρόκειται για την πρώτη επίδειξη σκληρής ισχύος από τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ και, σύμφωνα με ειδικούς, θεωρείται το αποτέλεσμα μιας μεθοδικής προσέγγισης επί του θέματος, με την οποία η διοίκηση Μπάιντεν επιδιώκει να διατηρήσει τις λεπτές ισορροπίες στην περιοχή-«ωρολογιακή βόμβα» της Μέσης Ανατολής.

Αμερικανοί ειδικοί θεωρούν πως στόχος ήταν να γίνει κατανοητό στο Ιράν ότι η νέα ομάδα του Λευκού Οίκου θα απαντάει σε επιθέσεις όπως αυτή της 15ης Φεβρουαρίου, χωρίς όμως να επιδιώκει την κλιμάκωση της έντασης με την Τεχεράνη.

Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες που επικαλείται η Wall Street Journal, μετά την αεροπορική επιδρομή είχε αποσταλεί εμπιστευτικό μήνυμα στο ιρανικό καθεστώς, ενισχύοντας την άποψη ότι η εν λόγω ενέργεια των ΗΠΑ αποτέλεσε προϊόν ενός μελετημένου στρατιωτικού και διπλωματικού σχεδίου.

Δεν πρέπει να παραβλέπεται όμως και ο κομβικός ρόλος του Ιράκ στη δυσεπίλυτη εξίσωση της Μέσης Ανατολής.

Η διοίκηση Μπάιντεν θεωρεί ότι η απάντηση στο Ιράν δόθηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπονομεύει την πολιτική θέση του Πρωθυπουργού του Ιράκ, Μουστάφα αλ Καντίμι, ο οποίος θεωρείται από τους Αμερικανούς ως παίκτης-κλειδί για τη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.

Αεροπορικές επιδρομές στα εδάφη του Ιράκ σίγουρα δεν θα ετύγχαναν θερμής υποδοχής στο εσωτερικό της χώρας.

Η πρώτη επιθετική ενέργεια του Μπάιντεν σε τρίτη χώρα προβάλλεται ως σημαντική διαφοροποίηση από τους προκατόχους του, αφού, σύμφωνα με το κυβερνητικό αφήγημα, κατάφερε να διασφαλίσει την εμπλοκή όλης της κρατικής μηχανής χωρίς να προκύπτουν άγονες συζητήσεις όπως γινόταν επί διακυβέρνησης Ομπάμα και χωρίς να λαμβάνονται βιαστικές αποφάσεις από τον Πρόεδρο και μια μικρή ομάδα συμβούλων, όπως συνέβαινε επί διοίκησης Τραμπ.

Η διασύνδεση με τις συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα

Η χρονική συγκυρία των χτυπημάτων από τις παραστρατιωτικές ομάδες θεωρείται από πολλούς ειδικούς «ύποπτη», καταδεικνύοντας ουσιαστικά τον ρόλο που επιτέλεσε το Ιράν σε αυτές τις επιθέσεις αλλά και τις στοχεύσεις του.

Υπάρχει η άποψη ότι η Τεχαράνη, πέρα από τον διαχρονικό της στόχο για απομάκρυνση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή, με τις τελευταίες ενέργειες επιδιώκει να αυξήσει την πίεση σε ενδεχόμενες συζητήσεις για το πυρηνικό της πρόγραμμα, αποτρέποντας μάλιστα την οποιαδήποτε διερεύνηση της συζήτησης πέρα από τον φάκελο των πυρηνικών.

Τα στρατιωτικά κτυπήματα των ΗΠΑ δημιούργησαν αντιδράσεις για την αναλογικότητά τους εν μέσω μιας προσπάθειας για επαναπροσέγγιση με το Ιράν. Από την άλλη, υπάρχουν προειδοποιήσεις ότι πρόκειται για μια επικίνδυνη διασύνδεση, η οποία θα εξυπηρετήσει μόνο τη στρατηγική του Ιράν και θα αφήσει την αμερικανική πλευρά εκτεθειμένη σε ανάλογες επιθέσεις.

Αυτό φαίνεται να αντιλαμβάνεται ο νέος πλανητάρχης, ο οποίος αποφεύγει να συνδέσει τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας με τις ενδεχόμενες συζητήσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

Οι θιασώτες της πιο σκληρής γραμμής κατά του Ιράν μάλιστα υποστηρίζουν ότι οι πρόσφατες επιθέσεις εναντίον αμερικανικών στόχων στο Ιράκ έμαθαν στον νέο Πρόεδρο ότι, το να τείνει κλάδον ελαίας στο ιρανικό καθεστώς, δεν αλλάζει τον διαχρονικό του στόχο, ούτε τις μεθόδους που θα χρησιμοποιεί. 

Θεωρούν πως τα «χειρουργικά κτυπήματα» των τελευταίων δύο χρόνων έδειξαν ότι αφαιρούν στρατιωτικές δυνατότητες του αντιπάλου στο πεδίο της μάχης στο Ιράκ και στη Συρία, αλλά δεν περιορίζουν τις επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους στην περιοχή.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι εντάσεις αυτές επιβεβαιώνουν ότι, παρά τις «προθέσεις» των ΗΠΑ και του Ιράν για διάλογο, οι περιφερειακές διαμάχες δεν θα εκλείψουν.

Μάλιστα, δυσχεραίνουν τη θέση του Μπάιντεν για μια νέα προσέγγιση με την Τεχεράνη, αφού δύσκολα θα μπορέσει να πείσει το Κογκρέσο και την αμερικανική κοινή γνώμη ότι μπορεί να επαναφέρει τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν με μια παράλληλη προώθηση της ατζέντας της εξωτερικής του πολιτικής στη Μέση Ανατολή.

Η άρνηση των συνομιλιών

Την αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι στη Μέση Ανατολή επισφράγισε το Ιράν με την άρνησή του να προσέλθει σε άτυπη συνάντηση με τις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για την αναβίωση της συμφωνίας του 2015.

Στις 18 Φεβρουαρίου η Ουάσιγκτον δέχθηκε να αρχίσει διάλογο με την Τεχεράνη με πρωτοβουλία της ΕΕ.

Ο στόχος ήταν οι δύο πλευρές να βρουν τη χρυσή τομή, ώστε οι ΗΠΑ να μπουν ξανά στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και να προχωρήσουν σε άρση ή ελάφρυνση των κυρώσεων που επέβαλε ο Τραμπ το 2018.

Το ιρανικό καθεστώς, σύμφωνα με ξένα ΜΜΕ, ενώ αρχικά είχε απαντήσει ότι θα σκεφτεί την πρόταση για άτυπη συνάντηση, δημιουργώντας προσδοκίες στην ευρωπαϊκή πλευρά, τελικά απάντησε αρνητικά, προφασιζόμενο ότι οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει για μια τέτοια διπλωματική κίνηση.

Σύμφωνα με αναλυτές, ο λόγος της άρνησης της Τεχεράνης για διάλογο εντοπίζεται στη δυσαρέσκεια προς τις ΗΠΑ αλλά και κάποιων ευρωπαϊκών χωρών. 

Ξεκάθαρα, το ιρανικό καθεστώς παραμένει κάτω από ασφυκτική πίεση λόγω των αμερικανικών κυρώσεων, οι οποίες δεν έχουν διαφοροποιηθεί παρά την αλλαγή διακυβέρνησης.

Την πίεση αυτή ενέτειναν οι αεροπορικές επιδρομές του Μπάιντεν κατά των προσκείμενων στο καθεστώς παραστρατιωτικών οργανώσεων.

Όσον αφορά τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, ειδικοί συνδέουν τη δυσαρέσκεια της Τεχεράνης με το σχέδιο που επρόκειτο να καταθέσουν η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία στο συμβούλιο διοικητών της IAEA για τον έλεγχο των πυρηνικών και το οποίο επέκρινε το Ιράν για τις υπαναχωρήσεις του από τη συνεργασία με την υπηρεσία.

Το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ σχέδιο, αν και αποσύρθηκε τελικά, ασκούσε πιέσεις στο 35μελές συμβούλιο διοικητών της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας προκειμένου να εγκρίνει ψήφισμα στην τριμηνιαία σύνοδο, στο οποίο θα εξέφραζε ανησυχία για τις πιο πρόσφατες παραβιάσεις από το Ιράν της συμφωνίας και θα το καλούσε να τις πάρει πίσω.

Αναδημοσίευση από τη Σημερινή της Κυριακής
sigmalive