αναδημοσίευση από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας γράφει ο Φιλίστωρ Ι. Β. Δ. . Πρόλογος – Οι Τούρκοι οργανώνουν μεγάλη στρατιά στο Ζητούν...
.
Πρόλογος – Οι Τούρκοι οργανώνουν μεγάλη στρατιά στο Ζητούνι για να καταπνίξουν την Ελληνική Επανάσταση
Όταν ο Χουρσίτ πασάς, που βρισκόταν στα Ιωάννινα πολιορκώντας τον Αλή πασά, έμαθε για την αποστασία των Ελλήνων αλλά και την απρόσμενη πρόοδό της, διέταξε στα μέσα Απριλίου τον Κιοσέ Μεχμέτ πασά να προετοιμάσει μια μεγάλη στρατιά και να βαδίσει προς την Ανατολική Στερεά Ελλάδα με προοπτική να εισβάλει στην Πελοπόννησο.
Ο Κιοσέ Μεχμέτ κατάφερε να συγκεντρώσει 8000 ενόπλους και 800 ιππείς στο Ζητούνι (Λαμία) στις 19 Απριλίου 1821 και από εκεί ακολούθησε μια καθοδική πορεία εισβάλλοντας στις περιοχές που έλεγχαν οι επαναστατημένοι Έλληνες.
Οι Έλληνες οπλαρχηγοί είχαν βρεθεί σε δυσχερή θέση καθώς όλες οι δυνάμεις τους ήταν μόλις 1500 οπλοφόροι, ενώ ο οπλαρχηγός της Υπάτης Κοντογιάννης δεν ενώθηκε τελικά μαζί τους.
Είχαν όμως υπέρ τους τις τοποθεσίες από τις οποίες θα περνούσε αναγκαστικά ο τουρκικός στρατός καθώς αυτές λόγω της πυκνής τους βλάστησης προσφέρονταν για ενέδρες και αιφνιδιαστικές επιθέσεις.
Το τουρκικό απόσπασμα ήταν προφανώς αρκετά ισχυρό, καλά εφοδιασμένο και εξοπλισμένο, αλλά δεν διέθετε οργάνωση, αλλά περισσότερο θύμιζε μια άτακτη συνάθροιση οπλοφόρων.
Ομοίως και οι αξιωματικοί του δεν είχαν ούτε στρατιωτικές γνώσεις ούτε διέθεταν σχετική εκπαίδευση.
Το σχέδιο αντιμετώπισης τους εχθρού που προτάθηκε από τον Πανουριά και τελικά επιλέχθηκε από τον Διάκο ήταν ακατάλληλο καθώς διαιρούσε τις μικρές δυνάμεις των Ελλήνων, έτσι ο Πανουριάς με 600 άνδρες οχυρώθηκε στη Χαλκομάτα, ο Δυοβουνιώτης με 400 τον Γοργοπόταμο και ο Διάκος με 300 την Αλαμάνα.
Ο αρκετά ικανός Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε διαδοχικά στα απειροπόλεμα αυτά σώματα και τα διέλυσε, ενώ στη γέφυρα της Αλαμάνας ο Διάκος δεν οπισθοχώρησε και θυσιάστηκε όπως ο πρόγονος του Λεωνίδας στην ίδια περίπου τοποθεσία.
Οι Έλληνες συνολικά είχαν βαρύτατες απώλειες (300 νεκροί και πολλοί τραυματίες), αλλά το χειρότερο όλων ήταν ο θάνατος του Διάκου που επέφερε σοβαρή πτώση του ηθικού των Ελλήνων οπλοφόρων αλλά και του λαού της Λιβαδειάς.
Ο θριαμβευτής Ομέρ Βρυώνης προχώρησε προς την Άμφισσα με σκοπό να περάσει στην Πελοπόννησο ενώ τίποτε δεν έδειχνε ικανό να εμποδίσει την προέλαση του. Οι Έλληνες οπλαρχηγοί βρίσκονταν σε απορία πως να αντιδράσουν, όταν ως από μηχανής θεός βρέθηκε στο προσκήνιο της Ιστορίας ο Οδυσσέας Ανδρούτσος.
Ο Ανδρούτσος μυήθηκε στη Φιλική εταιρία τον Ιανουάριο του 1821 και όταν άναψε η φωτιά της αποστασίας σε όλο τον Ελλαδικό χώρο αρχικά έδρασε στη Δυτική Στερεά προσπαθώντας να πείσει τους τοπικούς οπλαρχηγούς Βαρνακιώτη, Ίσκο και Τσόγκα να προσχωρήσουν στην επανάσταση.
Όταν απέτυχε, έμαθε για την προέλαση των Τούρκων και με τους 120 οπλοφόρους του έσπευσε στη Γραβιά στις 3 Μαΐου, μια περιοχή που αποτελούσε τον προθάλαμο στην Άμφισσα.
Εκεί έσπευσαν όλοι οι Έλληνες οπλοφόροι με αρχηγούς τον Πανουριά και τον Δυοβουνιώτη και όλοι μαζί αποφάσισαν να αμυνθούν εκεί.
Η τοποθεσία προσφερόταν για άμυνα καθώς ο Τουρκικός στρατός θα περνούσε από μια τοποθεσία περικυκλωμένη από δασώδη υψώματα ιδανικά για ενέδρα.
Όμως ο Ανδρούτσος έκανε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που υποστήριζαν οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί: αντί να οχυρώσει τις γύρω περιοχές αποφάσισε να οχυρώσει το χάνι της Γραβιάς που βρισκόταν στο κέντρο της πεδινής τοποθεσίας.
Το σχέδιο του έμοιαζε με αυτοκτονία, οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί ήταν αντίθετοι, για τον λόγο αυτό κανείς δεν τον ακολουθούσε.
Ο πυρρίχιος πολεμικός χορός του Οδυσσέα στο Χανι της Γραβιας
Τα ξημερώματα της 8ης Μαΐου 1821 τα πολυπληθή στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη παρουσιάστηκαν στο σκηνικό και τότε ο ίδιος ο Ανδρούτσος έσυρε πρώτος τον πολεμικό χορό καλώντας τους πιο γενναίους να τον ακολουθήσουν.
«Παιδιά, όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας πιαστεί στο χορό», λέγεται ότι είπε, και άρχισε να τραγουδάει το γνωστό κλέφτικο «Κάτω στου βάλτου τα χωριά».
Στο χορό πιάστηκαν τα πιο διαλεχτά παλικάρια των Ελλήνων όπως ο Γκούρας, ο Παπανδριάς, ο Κομνάς Τσόγκας, ο Αναστάσιος Μάρος, ο Αγγελής Γοβγίνας και ο Παναγιώτης Μπουτούνης σύνολο 118 οπλοφόροι (ανάμεσα τους πολλοί Γαλαξιδιώτες), ενώ οι υπόλοιποι οχυρώθηκαν στις γύρω τοποθεσίες.
Χορεύοντας τον πυρρίχιο χορό, φωνάζοντας και τραγουδώντας κλείστηκαν στο πανδοχείο και ξεκίνησαν να το οργανώνουν αμυντικά.
Έχτισαν με πέτρες τις πόρτες και τα παράθυρα του και άνοιξαν τρύπες για να μπορούν να πυροβολούν, ενώ ο έφορος των Σαλώνων Αναγνώστης Κεχαγιάς, μόλις που πρόλαβε να τους μεταφέρει πολεμοφόδια, ενώ οι Τούρκοι πλησίαζαν..
Όταν οι Τούρκοι έφτασαν στη τοποθεσία διασκόρπισαν εύκολα τους γύρω αμυνόμενους και έτσι οι υπερασπιστές της Γραβιάς απομονώθηκαν.
Ο Ανδρούτσος, αφού διέταξε να μην πυροβολήσει κανείς πριν το πρόσταγμα του, διέκρινε από την οπή που κοιτούσε προπορευόμενο των Τούρκων ένα γηραιό δερβίση που πιθανά πλησίασε για να ζητήσει από τους εντός του πανδοχείου να παραδοθούν.
Ο Οδυσσέας τον χαιρέτησε αλβανιστί και ο δερβίσης ομοίως τον χαιρέτισε. Ακολούθως τον χλεύασε και ο δερβίσης ομοίως τον χλεύασε. Μετά τον έβρισε και ο δερβίσης ομοίως τον έβρισε. Και μετά ο Ανδρούτσος τον σκότωσε με μια βολή.
Η μάχη στο Χάνι της Γραβιάς και ο θρίαμβος των Ελληνικών όπλων
Ο θάνατος του σεβάσμιου Τούρκου ιερωμένου φανάτισε τους Τούρκους υπέρμετρα που επιτέθηκαν μαζικά στο χάνι με πάθος για εκδίκηση.
Για τους αμυνόμενους όμως όλοι οι επιτιθέμενοι ήταν εύκολος στόχος, καθώς ήταν ακάλυπτοι ενώ τους πυροβολούσαν σχεδόν εξ επαφής. Ακολούθησαν τρεις επιθέσεις στις οποίες οι Έλληνες θέρισαν τους Τούρκους των οποίων τα άψυχα σώματα είχαν ζώσει το χάνι δυσκολεύοντας περαιτέρω τους επιτιθέμενους. Καθώς οι νεκροί αύξαναν, οι Τούρκοι έχαναν την ορμή τους, το μεσημέρι ο Ομέρ Βρυώνης προσπάθησε να τους ανασυντάξει.
Το απόγευμα έγινε ακόμη μια νέα σφοδρή επίθεση με τους επιτιθέμενους να φτάνουν στο χάνι ενώ κάποιοι εξ αυτών άγγιζαν και τις κάνες των όπλων των Ελλήνων, χωρίς όμως αποτέλεσμα, καθώς οι οι αμυνόμενοι παρέμεναν απρόσβλητοι.
Το βράδυ ο Ομέρ Βρυώνης απέσυρε τα στρατεύματα του, απέκλεισε το Χάνι και έστειλε αγγελιαφόρους στο Ζητούνι για να φέρει πυροβολικό και να βομβαρδίσει το Χάνι. Όμως ο Ανδρούτσος δεν σκόπευε να περιμένει.
Με μια τολμηρή αιφνιδιαστική έξοδο ενώ οι Τούρκοι κοιμούνταν κατάφερε να διαφύγει από την τοποθεσία έχοντας ως συνολικές απώλειες μόλις 6 νεκρούς.
Οι Τούρκοι είχαν 300 νεκρούς και 600 τραυματίες και η καταστροφή τους στο Χάνι της Γραβιάς, ανάγκασε τον Ομέρ Βρυώνη να σταματήσει την προέλαση του προς την Πελοπόννησο.
Οι Τούρκοι παρέμειναν οκτώ μέρες στο Χάνι θάβοντας τους νεκρούς τους και ακολούθως οπισθοχώρησαν.
Επίλογος – Αποτίμηση
Οι μάχες Αλαμάνας-Γραβιάς, αλλά και όλες οι επιχειρήσεις Απριλίου-Μαΐου στην ανατολική Στερεά ήταν καθοριστικές για τη σωτηρία του επαναστατικού εγχειρήματος, αφού καθυστέρησαν επαρκώς και έφθειραν ανεπανόρθωτα την τουρκική στρατιά εμποδίζοντας την κάθοδό της στην Πελοπόννησο.
Οι δύο πασάδες χρειάστηκαν πάνω από 50 μέρες από την άφιξή τους στη Λαμία, στις 19 Απριλίου, για να προελάσουν μέχρι τη Λιβαδειά, χρόνος υπέρ-πολύτιμος για τους Έλληνες ώστε να καταστήσουν ασφυκτικότερη την πολιορκία της Τριπολιτσάς.
Παράλληλα άλλες περιοχές, ενθαρρυμένες από την επιτυχία του Ανδρούτσου, έπαιρναν κι αυτές με τη σειρά τους, τα όπλα ενάντια στον σουλτανικό ζυγό. Μέσα σε 25 μέρες, μετά τη νίκη στη Γραβιά, επαναστάτησαν το Ξηροχώρι (Ιστιαία) στην Εύβοια, τα Άγραφα, το Ξηρόμερο, η Λίμνη Ευβοίας, το Μεσολόγγι, το Αιτωλικό, η Κύμη, ενώ πολιορκήθηκαν η Ναύπακτος, το Βραχώρι (Αγρίνιο) και το Καρπενήσι. Έτσι και η δυτική Στερεά έμπαινε δυναμικά στην απελευθερωτική προσπάθεια.
Η μεγάλη νίκη του Οδυσσέα Ανδρούτσου στο Χάνι της Γραβιάς αναπτέρωσε το ηθικό των αγωνιστών και του λαού της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και τον καθιέρωσε ως τον κορυφαίο οπλαρχηγό της περιοχής, αυξάνοντας το γόητρό του ανάμεσα στους επαναστατημένους Έλληνες σε πανελλήνια κλίμακα.
.
Πηγές: