GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

Το ένοχο κι αντεθνικό παρελθόν του ΚΚΕ - Β΄ Μέρος

ΚΚΕ, ΑΚΕΛ και Κύπρος Ενώ το ΚΚΕ ήταν υπέρμαχο της αυτοδιάθεσης όσων μη ελληνικών πληθυσμών ζούσαν επί ελληνικού εδάφους (...






ΚΚΕ, ΑΚΕΛ και Κύπρος


Ενώ το ΚΚΕ ήταν υπέρμαχο της αυτοδιάθεσης όσων μη ελληνικών πληθυσμών ζούσαν επί ελληνικού εδάφους (Αλβανοτσάμηδες, Σλαβομακεδόνες), στην περίπτωση των ελληνικών πληθυσμών που δεν κατοικούσαν στον ελλαδικό χώρο και είχαν το ίδιο ακριβώς αίτημα και με πολύ ισχυρότερα ιστορικά τεκμήρια, το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν επέδειξε την ίδια κατανόηση.
Μια κατανόηση, που έστω και προσχηματικά και κάτω από τον μανδύα της κομμουνιστικής ιδεολογίας, είχε επιδείξει κατά το παρελθόν η εβραιοκίνητη Φεντερασιόν για το αίτημα της Κρήτης για Ένωση με την Ελλάδα.
Όπως και στις περιπτώσεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Βορείου Ηπείρου, έτσι και στην περίπτωση της Κύπρου, το ΚΚΕ αντιτέθηκε πλήρως στο αίτημα των Κυπρίων για αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα.
\Το ΚΚΕ, χαρακτηρίζει, μέσω του «Ριζοσπάστη» (18 Νοεμβρίου 1929), τους Κύπριους που αγωνιζόταν για την Ένωση, «τσαρλατάνους» και «εκμεταλλευτές εμποροτοκογλύφους», και καλεί τους Κύπριους αγρότες ν’ αγωνιστούν εναντίον της Ένωσης, την οποία χαρακτηρίζει «ελληνικό ιμπεριαλισμό».

[…] Ποιοι φωνάζουν σήμερα για την Ένωση; 
Φωνάζουν όλοι οι εκμεταλλευτές εμποροτοκογλύφοι, πλούσιοι χωριάτες, δεσποτάδες και τα τσιράκια τους ψευτοδημοσιογράφοι.
Και φωνάζουν γιατί έχουν οικονομικά συμφέροντα από την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Και φωνάζουν, γιατί με τις φωνές και τον θόρυβο περί την Ένωση, κατορθώνουν ν’ αποσπούν την προσοχή των ληστευομένων απ’ αυτούς χωρικών σε άλλα ζητήματα, γιατί στον αγώνα για την Ένωση κάνουν ενιαίο μέτωπο με τους φτωχούς και μεσαίους χωριάτες, κατορθώνουν να πνίγουν τις ταξικές αντιθέσεις και την ταξική πάλη των εκμεταλλευομένων εναντίον τους. […]

Το ελληνικό κεφάλαιο, ενωμένο μαζί με το κυπριακό κεφάλαιο, εκμεταλλεύονται από κοινού τον Κύπριο αγρότη και εργάτη.
Να που βρίσκεται η μια από τις δυο αιτίες που κάνουν τους Λανίτιδες και τους άλλους ενωτικούς τσαρλατάνους να φωνάζουν.

Η φτωχή όμως εργαζόμενη αγροτιά και οι εργάτες της Κύπρου δεν έχουν κανέναν λόγο να ζητάνε την ένωση με την Ελλάδα.
Δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτε άλλο από την αντικατάσταση της αγγλικής ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσής τους από μια άλλη, την ελληνική. […]

Αγώνας ενάντια στον αγγλικό ιμπεριαλισμό, ενάντια στους ντόπιους εκμεταλλευτές, ενάντια στην Ένωση που είναι νέος ιμπεριαλιστικός ζυγός.
Να ποια θα είναι η πολιτική γραμμή που θ’ ακολουθούν η φτωχή εργατιά και οι εργάτες της Κύπρου. […]

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (μετέπειτα ΑΚΕΛ [«Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού»]), βαδίζει πάνω στην ίδια πολιτική γραμμή με το «αδελφό» ΚΚΕ και κατεβαίνει στις εκλογές του 1930 με βασικό σύνθημα την «Αυτόνομη Κύπρο».
Αποτυγχάνει όμως παταγωδώς και αναπροσαρμόζει το σύνθημα, χωρίς και πάλι να κάνει λόγο για Ένωση με την Ελλάδα, όταν αυτό ήταν το κοινό εθνικό αίτημα στην Κύπρο:
«Για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Κύπρο μέσα στα πλαίσια της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας των Βαλκανίων».

Ο ομφάλιος λώρος των Κύπριων κομμουνιστών -όπως και των Ελλαδιτών «συντρόφων» τους- οδηγεί στο γνωστό σημείο:
«Ο λαός μας αγαπά την Σοβιετική Ένωση σαν την μεγάλη του πατρίδα» («Θεωρητικός Δημοκράτης» [έντυπο προσκείμενο στο ΑΚΕΛ], Δεκέμβριος 1952).

Η ανθενωτική πολιτική του ΚΚΚ είναι σαφής και τα μέλη του την ακολουθούν κατά γράμμα:
«Την στιγμή κατά την οποία εζητωκραύγαζον ενθουσιωδώς υπέρ του Έθνους και της Ενώσεως, κομμουνισταί τίνες οι οποίοι λίαν πρωί και λάθρα ύψωσαν κομμουνιστική σημαία επί του ιστού του Γυμνασίου (σ.σ.: στην Λεμεσό), ήρχισαν να φωνάζουν “Κάτω η Ελλάς, κάτω η Ένωσις”» («Ελευθερία», 18 Μαρτίου 1931).

Την ανθενωτική πολιτική του ΚΚΚ, θα ενισχύσει το Δεκέμβριο του 1934, το ΚΚΕ με ένα μανιφέστο που εκδίδει η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής και έχει κοινούς αποδέκτες τους Βορειοηπειρώτες (υπό αλβανική κατοχή), τους Δωδεκανήσιους (υπό ιταλική κατοχή) και τους Κύπριους (υπό βρετανική κατοχή), βαπτίζοντας την λαχτάρα για ελευθερία «φαρμάκι του εθνικισμού»:«Βορειοηπειρώτες,Κύπριοι,Δωδεκανήσιοι!
Μην σας δηλητηριάζει το φαρμάκι του εθνικισμού!
Μη σας τυφλώνει ο υπερπατριωτισμός των Ελλήνων εκμεταλλευτών φίλων των ιμπεριαλιστών της Αγγλίας και της Ιταλίας.
Δεν βλέπετε ότι εδώ ο Έλληνας εργάτης και αγρότης δεν περνά καλύτερα από τον εργαζόμενο στην πατρίδα σας;» («Πέντε χρόνια αγώνες 1931-1936», ΚΚΕ, 1945).

Το 1935, το ΚΚΚ θα κάνει έναν τακτικό ελιγμό και θα αναπροσαρμόσει και πάλι το κεντρικό του σύνθημα: 
«Ένωση της Κύπρου με την δημοκρατική Ελλάδα».
Το σύνθημα αυτό, αφ’ ενός έρχεται σε σύμπνοια με το κοινό εθνικό συναίσθημα κι αφ’ ετέρου βάζει έναν αστερίσκο (δημοκρατική=κομμουνιστική) που ικανοποιεί τις αρχές του κόμματος και τους μακροπρόθεσμους στόχους, έστω κι εν μέρει (ένωση μια κομμουνιστικής Κύπρου με μια κομμουνιστική Ελλάδα και στην συνέχεια ενσωμάτωση στην Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία, πάντα υπό την επίβλεψη της «μάνας» Σοβιετικής Ένωσης).

Το 1945, το ΚΚΚ (που έχει μετονομαστεί από το 1941 σε ΑΚΕΛ), εγκαταλείπει κι αυτό το σύνθημα, καθώς στην Αθήνα, η προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας με στρατιωτικά μέσα, τα γνωστά «Δεκεμβριανά», είχε ατυχή έκβαση για το ΚΚΕ.
Απομακρύνονταν έτσι το όραμα της κομμουνιστικής Ελλάδος, οπότε δεν υπήρχε λόγος ένωσης.
Υιοθετεί την πρόταση των Βρετανών για «αυτοκυβέρνηση», κάτι που απορρίπτει σύσσωμος ο ελληνοκυπριακός κόσμος και η Εθναρχία.
Το ΑΚΕΛ συμμετείχε μάλιστα στην «Συσκεπτική», ένα είδος ψευδοβουλής που δημιούργησαν οι Βρετανοί στα πλαίσια της ιδέας της «αυτοκυβέρνησης».
Το εγχείρημα αυτό απέτυχε και τον Ιανουάριο του 1949, το ΑΚΕΛ θα αναγκαστεί να παραδεχθεί πως «Το λάθος της αυτοκυβέρνησης από μέρους της λαϊκής εθνικοαπελευθερωτικής παράταξης, προκάλεσε κάποια σύγχυση στον λαό μας και έδωσε μια ανάπαυλα στον βρετανικό ιμπεριαλισμό, που την χρησιμοποίησε κατάλληλα», κάτι που επανέλαβε κι αργότερα, τον Αύγουστο του 1953, μέσα από το έντυπό του, «Νέος Δημοκράτης»:
«Το κόμμα ρίχτηκε ξανά στον δρόμο της αυτοκυβέρνησης, έναν συγχυσμένο δρόμο, που το αποξένωσε από τις λαϊκές μάζες και προκάλεσε την καθολική αντίδρασή τους».
Το σύνθημα της Ένωσης επανήλθε, όχι όμως χωρίς λόγο.
Στην Ελλάδα μαίνονταν ο Εμφύλιος Πόλεμος και το ΑΚΕΛ πίστευε πως θα επικρατούσε ο Δημοκρατικός Στρατός και το ΚΚΕ:
«Η νίκη του Δημοκρατικού Στρατού είναι κοντά.
Η νίκη αυτή, θα είναι για τον ελληνικό και τον κυπριακό λαό, μια μεγάλη νίκη» («Νέος Δημοκράτης», Ιανουάριος 1949).
Με την ήττα του ΚΚΕ στον Εμφύλιο, το σύνθημα του ΑΚΕΛ για Ένωση, παίρνει και πάλι έξωση, παρ’ ότι το κόμμα συμμετείχε στο δημοψήφισμα του 1950 για την Ένωση (μια επιλογή μονόδρομος, κάτω από το βάρος της κοινής γνώμης και του λαϊκού συναισθήματος).

Τον Νοέμβριο του 1951, το ΚΚΕ, μέσα από το έντυπό του «Νέος Κόσμος», εκφράζει τη θέση πως οι κομμουνιστές της Κύπρου δεν θα πρέπει να ζητούν ένωση με την Ελλάδα γιατί είναι «μοναρχοφασιστική» και βρίσκεται κι αυτή κάτω από τον «αμερικανοαγγλικό ζυγό».
Έτσι, το ΑΚΕΛ, ακολουθώντας την γραμμή αυτή, προσαρμόζει για μία ακόμη φορά το σύνθημά του: «Λεύτερη Κύπρος σε λεύτερη Ελλάδα».

Τον Αύγουστο του 1954, κατατίθεται ταυτόχρονα από Ελλάδα και Κύπρο, αίτημα στον ΟΗΕ, για την αναγνώριση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης του κυπριακού λαού.
Για την υποστήριξη του αιτήματος, πραγματοποιούνται συλλαλητήρια και απεργιακές κινητοποιήσεις.
Το ΚΚΕ θα τοποθετηθεί απέναντι σ’ αυτή την προσφυγή στον ΟΗΕ, καθώς και στις απεργιακές κινητοποιήσεις, και μέσα από εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού του καλεί τους εργάτες να μην απεργήσουν για τον λόγο αυτό, γιατί «η ανακίνηση του Κυπριακού, γίνεται από την μοναρχοφασιστική κυβέρνηση της Αθήνας, με υπόδειξη των Αμερικάνων, που επιδιώκουν να μειώσουν την αγγλική επιρροή στη Μεσόγειο και γιατί το Κυπριακό θα βρει τη λύση του, μόνο όταν η Ελλάδα απαλλαγεί από την αμερικανοκρατία». 
Ακολουθώντας κατά πόδας, το ΑΚΕΛ θα συνταχθεί με το ΚΚΕ και θα θέσει ως όρους για την Ένωση, την αποχώρηση της Ελλάδος από το Βαλκανικό Σύμφωνο και το ΝΑΤΟ, και την νομιμοποίηση του ΚΚΕ.
Στην Κύπρο θα σημειωθούν θλιβερά περιστατικά, όπως αυτό με τον Κώστα Παρτασίδη, δήμαρχο Λεμεσού του ΑΚΕΛ, που καλούσε μέσα από τα αγγλικά αστυνομικά αυτοκίνητα, τους διαδηλωτές υπέρ της ένωσης, «να διαλυθούν».
Το ίδιο συνέβαινε και στην Λευκωσία, όπου μέλη του ΑΚΕΛ, φορώντας περιβραχιόνια των βρετανικών αρχών, καλούσαν με μεγάφωνα τους διαδηλωτές να διαλυθούν και να πάνε στα σπίτια τους.

Την 1η Απριλίου του 1955, ξεσπά η ένοπλη εξέγερση της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών), η οποία είχε ιδρυθεί στην Αθήνα με την σύμφωνη γνώμη του ηγέτη των Ελληνοκυπρίων Μακάριο και με αρχηγό τον Κύπριο στρατηγό Γεώργιο Γρίβα «Διγενή», με σκοπό την αποτίναξη της βρετανικής κυριαρχίας και την Ένωση με την Ελλάδα.
Η ΕΟΚΑ είχε την υποστήριξη (ηθική και υλική) τόσο της Ελλάδος, όσο και της Κύπρου, εκτός του ΚΚΕ (και της ΕΔΑ, που ουσιαστικά το εκπροσωπούσε στην ελληνική βουλή) και του ΑΚΕΛ.
Την επόμενη ημέρα, το ΑΚΕΛ θα εκδώσει ανακοίνωση μέσω του «Νέου Δημοκράτη»: «Οι δυναμιστικές εκρήξεις, δεν έχουν καμμία σχέση με τον αγώνα του κυπριακού λαού.
Είναι ένα ύποπτο παιχνίδι εμπνευσμένο από εχθρούς του λαού, που μόνο ζημιά μπορεί να προκαλέσει στον κυπριακό λαό.
Ο λαός να δυναμώση την επαγρύπνησή του στον υπέρτατο βαθμό και να συνεχίση τους αγώνες του κάτω από τη σημαία του ενιαίου πατριωτικού μετώπου, για ν’ απομονώσει πέρα για πέρα τους διασπαστές».

Παρ’ ότι στον ΕΟΚΑ προσχώρησαν και Κύπριοι κομμουνιστές, ο Γρίβας με την σύμφωνη γνώμη και του Μακαρίου, είχε αποκλείσει την συμμετοχή του ΑΚΕΛ στην οργάνωση.
Ο ίδιος ο Γρίβας άλλωστε είχε ηγηθεί στην Ελλάδα της αντικομμουνιστικής οργάνωσης «Χ» και είχε έναν λόγο παραπάνω να μην βλέπει με καλό μάτι την συμμετοχή των κομμουνιστών στην ΕΟΚΑ, που είχαν επιδείξει μια ανθενωτική πολιτική.
Η αντικομμουνιστική δράση του Γρίβα, πρόσφερε έναν καλό λόγο στον αρχηγό του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη, ο οποίος με άρθρο του που εκφωνείται μέσα από το ραδιόφωνο του ΚΚΕ, «Ελεύθερη Ελλάδα», που εξέπεμπε απ’ την Βουλγαρία, στις 26 Απριλίου 1955, αφού καταδικάζει την δράση της ΕΟΚΑ, προδίδει και το, μυστικό έως τότε, όνομα του αρχηγού της οργάνωσης, του Γεώργιου Γρίβα:

H κυπροκαπηλεία, μη έχοντας άλλη διέξοδο, το ρίχνει στον τυχοδιωκτισμό, με τα γνωστά πασχαλιάτικα βαρελότα και τις τρακατρούκες.Και λέμε με όλη τη συναίσθηση της ευθύνης, ότι η τελευταία ξιφούλκηση της κυπροκαπηλείας με τις ψευτοένοπλες περιπέτειες, δεν αποτελεί παρά ένα έγκλημα προσχεδιασμένο.Πρέπει να ξεσκεπάσουμε τους εθνοπροδότες, κάτω από όποια μάσκα κι αν παρουσιάζονται, κι έτσι να τους απομονώνουμε.Σήμερα πια που τα πασχαλιάτικα βαρελότα σκάσαν και ο ψευτοδιγενής του Γρίβα ξεσκεπάστηκε, μπορούμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.Πρόκειται λοιπόν για τα παρακάτω.Τη δουλειά αυτή τη διευθύνει ο γνωστός αρχηχίτης Γρίβας…

Ανάλογα ήταν και τα δημοσιεύματα της κομμουνιστικής εφημερίδος «Αυγή», η οποία ήταν όργανο της ΕΔΑ, με τα οποία τα μέλη της ΕΟΚΑ αποκαλούνταν«νταήδες»,«προβοκάτορες»,«τυχοδιώκτες»,«ψευτοδιγενήδες» κ.ά., που έριξαν «τον κυπριακό λαό στην περιπέτεια των ανατινάξεων και των βομβών» («Αυγή», 14 Απριλίου 1955).

Το όργανο του ΑΚΕΛ, «Νέος Δημοκράτης», σπεύδει αμέσως να αναδημοσιεύσει την ομιλία του Ζαχαριάδη, και το όνομα του Γρίβα ως αρχηγού της ΕΟΚΑ, γίνεται γνωστό σε όλη την Κύπρο και φυσικά και στους Βρετανούς (που ίσως να είχαν ήδη υπόνοιες και ενδείξεις για την ταυτότητα του «Διγενή»), οι οποίοι εκτίμησαν δεόντως τις υπηρεσίες του ΑΚΕΛ, σε σημείο που το να το επαινεί και το βρετανικό δίκτυο BBC: 
«Με φυλλάδια του, αντιτίθεται εις την ΕΟΚΑ και ζητεί συνέχισιν της εκεχειρίας και την ειρήνευσιν […] πράγμα που δεικνύει ότι το ΑΚΕΛ έχει συναίσθησιν των επιθυμιών του λαού» (εκπομπή 29ης Αυγούστου 1956).

Το ΑΚΕΛ, καταγγέλθηκε από την ΕΟΚΑ, ως συνεργάτης των Βρετανών (μέλη του ΑΚΕΛ, συνόδευαν τους Άγγλους σε ελέγχους που πραγματοποιούσαν, και σύμφωνα με μαρτυρίες, κατέδιδαν και ονόματα αγωνιστών της ΕΟΚΑ, ενώ στην καλύτερη περίπτωση «εξέφραζαν την λύπη τους» για τις αγγλικές απώλειες από τις επιχειρήσεις της ΕΟΚΑ), καλλιεργώντας παράλληλα κλίμα ηττοπάθειας και σύμπνοιας με τις θέσεις των Βρετανών.
Στελέχη του ΑΚΕΛ, περιόδευαν στο νησί και καλούσαν τον πληθυσμό να ρίξει τα όπλα.
Το ΑΚΕΛ καταγγέλθηκε από την ΕΟΚΑ, ότι έφτασε στο σημείο να ζητήσει όπλα απ’ τους Άγγλους για να αντιμετωπίσει ενόπλως την οργάνωση (κάτι που αρνήθηκαν να πράξουν οι Άγγλοι).
Σημειώθηκαν φόνοι μελών του ΑΚΕΛ από την ΕΟΚΑ, που παραδέχθηκε μερικούς εξ αυτών, όχι όμως εξ αιτίας των πολιτικών φρονημάτων όπως υποστήριξε το ΑΚΕΛ, αλλά λόγω της προδοτικής στάσης τους.
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να καταδειχθεί και μια αντιφατική θέση του ΑΚΕΛ:
Ενώ έθετε ως όρο -μεταξύ άλλων- για την Ένωση, την αποχώρηση της Ελλάδας απ’ το ΝΑΤΟ, το ίδιο κρατούσε μια στάση, που δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί αρνητική (οι όποιες «διαμαρτυρίες» ήταν κυρίως για εσωτερική κατανάλωση), για την ύπαρξη των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο που εξυπηρετούσαν -μερικές εξ αυτών- κι αυτές το ΝΑΤΟ. 
Ο λόγος ήταν πως στις βάσεις των Βρετανών (που το ΑΚΕΛ αποκαλούσε και «δυνάμεις ασφαλείας») απασχολούνταν ως υπάλληλοι χιλιάδες Ακελικοί, σε συνάρτηση και με το γεγονός των καλών σχέσεων Βρετανών και Ακελικών, οι οποίοι απολάμβαναν μια προνομιακή μεταχείριση (παρ’ ότι τέθηκε κι αυτό εκτός νόμου) στα πλαίσια των διάφορων απαγορεύσεων που είχαν επιβάλλει οι Άγγλοι για να ελέγξουν την κατάσταση και να περιορίσουν την δράση της ΕΟΚΑ. Π.χ. ο αρχηγός του ΑΚΕΛ Εζεκίας Παπαϊωάννου, συνελήφθη, αλλά «δραπέτευσε» και δρούσε εναντίον της ΕΟΚΑ, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούσε κι έκανε δηλώσεις, ανενόχλητος, στο Λονδίνο· το έντυπο του κόμματος, «Νέος Δημοκράτης» έκλεισε και άνοιξε ξανά μετά από λίγες ημέρες, με άλλο όνομα («Χαραυγή»), αλλά με την ίδια συντακτική ομάδα και τον ίδιο αρχισυντάκτη, τον Τεύκρο Ανθιά, που αποφυλακίστηκε για «λόγους υγείας».
Ουσιαστικά, το ΑΚΕΛ χρησιμοποιούνταν απ’ τους Βρετανούς ως αντίβαρο της ΕΟΚΑ και τα όποια εναντίον του μέτρα και «διώξεις», είχαν μάλλον προσχηματικό χαρακτήρα.
Εξ άλλου δεν φαινόταν να υπήρχε «γραμμή» κι από την «μάνα» Σοβιετική Ένωση για μια αντιβρετανική στάση.

Τον Μάιο του 1956, το ΑΚΕΛ χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια επιχειρήματα των Βρετανών (π.χ. αποκαλεί την ΕΟΚΑ τρομοκρατική οργάνωση, που καταστρέφει τον τόπο), ζητά συνθηκολόγηση και συμβιβασμό, γιατί «ο λαός ζητά ψωμί κι όχι χαβιάρι» (Ιούνιος 1956) και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, με εξαίρεση δευτερεύουσες ενστάσεις, αποδέχεται το «Σύνταγμα Ράντκλιφ» που έβαλαν στο τραπέζι η Βρετανοί.
Το σχέδιο αυτό (που απορρίφθηκε ασυζητητί από Ελλάδα και Μακάριο), παρ’ ότι προβλέπονταν ελληνική αιρετή πλειοψηφία στην Βουλή, ουσιαστικά νομιμοποιούσε την βρετανική κυριαρχία (ο κυβερνήτης θα εξακολουθούσε να είναι Βρετανός, ενώ θα μπορούσε να διορίζει και να παύει τον πρωθυπουργό, καθώς και να διαλύει την Βουλή) και έθετε τις βάσεις για την διχοτόμηση (δίνονταν υπερβολικά προνόμια στην τουρκική μειονότητα, με κυριότερο, αυτό της αυτοδιάθεσης).

Άλλωστε, το ΑΚΕΛ, είχε ήδη ρίξει στο τραπέζι την ιδέα της διχοτόμησης, όταν σε άρθρο του «Νέου Δημοκράτη» (1 Μαΐου 1955), αναφέρονταν χαρακτηριστικά:

Η απελευθέρωση του λαού της Κύπρου δεν μπορεί να είναι πραγματική παρά σαν απελευθέρωση και των Τούρκων.Διεκδικώντας τα δικαίωμα αυτοδιάθεσης μέχρι αποχωρισμού για τους Έλληνες, δεν μπορούν να αρνηθούμε το ίδιο δικαίωμα στην τουρκική μειονότητα.Και η ενότητα στον αγώνα μπορεί να πραγματοποιηθή, μόνον σαν αναγνωρισθή στους Τούρκους το δικαίωμα της εθνικής αυτονομίας τους, ή πολιτικής αυτοδιοίκησής τους.

Η ΕΟΚΑ συνεχίζει τις επιχειρήσεις της, που η εφημερίδα του ΑΚΕΛ, «Χαραυγή», εξακολουθεί να σχολιάζει αρνητικά, γιατί «Καλλιεργείται το έγκλημα εις τα παιδιά και η τάση προς το κακό.
Να σώσουμε τη νεολαία από τη διαφθορά και τις αναρχικές τάσεις».

Σε απάντηση των θέσεων και των δημοσιευμάτων του ΑΚΕΛ, η ΕΟΚΑ θα εκδώσει μια προκήρυξη-προειδοποίηση, με τίτλο «Προδότες – Λιποτάκτες – Καιροσκόποι», στην οποία, μεταξύ άλλων, τονίζει:

Πολλές φορές διεκηρύξαμεν ότι δεν κάνουμε ούτε κομματικόν,ούτε ταξικόν αγώνα,αλλά εθνικοαπελευθερωτικόν.Δεν μας ενδιαφέρει η κομματική ιδεολογία του καθενός.Μας ενδιαφέρει μόνο να είναι όλοι πατριώτες και να συνενώσουν μαζί μας τις δυνάμεις τους για να διώξουμε τον δυνάστη πολεμώντας τον με όλα τα όπλα που έχουμε εις την διάθεσίν μας.Γι’ αυτό κάναμε εθνικό προσκλητήριο όλων ανεξαιρέτως των Κυπρίων Ελλήνων και τότε ακούσαμε το «παρών» από όλους τους αγνούς πατριώτες των πόλεων και των χωριών και ιδία από την αγνή αγροτιά και εργατιά.Έλειπαν μόνο η ηγεσία του ΑΚΕΛ με μερικούς φανατικούς της Αριστεράς, οι οποίοι μόλις βάλαμε την πρώτη δυναμίτιδα στα στρατιωτικά έργα των Άγγλων μας βρίσανε μαζί με τους Άγγλους, ως «βαρελότους και ψευτοδιγενήδες».Είναι ανάγκη να γνωρίση ο Ελληνισμός ποιος προδίδει τον αγώνα του κυπριακού λαού.Συνεργαζόμεθα με κάθε έντιμον άτομον ή παράταξιν, αλλά και δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα δεξιόν ή άριστερόν να μας προδίδη, γιατί θα τον κτυπήσουμε.

Σε ανταπάντηση το ΑΚΕΛ, κάτω κι από την πίεση της κοινής γνώμης και της υποστήριξης που παρείχε ο κόσμος στην ΕΟΚΑ, θα κάνει έναν πολιτικό ελιγμό, εκδίδοντας μια απόφαση που αποκήρυσσε τις προηγούμενες, εναντίον της ΕΟΚΑ:

[…] Η Κεντρική Επιτροπή υπογραμμίζει ανοικτά ότι στη στάση μας έναντι της ΕΟΚΑ διεπράξαμε μια σειρά λάθη, μερικά από τα οποία αρκετά σοβαρά.

Πρώτα πρώτα από την αρχή υποτιμήσαμε σοβαρά το κίνημα της ΕΟΚΑ, θεωρώντας το σαν κίνημα μερικών δεκάδων φανατικών της δεξιάς, προορισμένο να σβήση σε μερικούς μήνες και δεν μπορέσαμε να παρακολουθήσουμε τις προετοιμασίες που γίνουνταν πάνω από τρία χρόνια.

Δεύτερον, η ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Απρίλη του 1955 ήταν μια πολύ βιαστική και αψυχολόγητη ενέργεια που πρόδιδε σύγχυση και έλλειψη ψυχραιμίας και με τον τρόπο που έπιανε το ζήτημα θεωρητικολογώντας για ατομική τρομοκρατία με αποσπάσματα από τον Λένιν, δεν βοηθούσε καθόλου τες μάζες να δουν σωστά για ποιους λόγους το κόμμα μας διαφωνούσε με την τακτική του ένοπλου αγώνα.

Τρίτον, οι χαρακτηρισμοί που σε ανακοινώσεις και σε άρθρα μας δώσαμε στην ΕΟΚΑ και τους αγωνιστές της, αποκαλώντας τους «ψευτοδιγενήδες», «τραμπούκους», «βαρελόττους», «τρακατρούκες» κ.λπ. ήσαν προκλητικοί και σεχταριστικοί και ενώ δεν εξυπηρετούσαν καθόλου την εθνική μας υπόθεση και την ενότητα του λαού, οπλίζαμε την ΕΟΚΑ και τον μοναρχοφασισμό στην επίθεση τους ενάντια στο κόμμα και το Λαϊκό κίνημα και έριχναν νερό στον μύλο της διάσπασης και του κινδύνου εμφυλίου σπαραγμού.

Θα υπάρξει όμως μια ανακολουθία, ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις, αφού οι καταδόσεις μελών της ΕΟΚΑ από το ΑΚΕΛ, δεν σταμάτησαν, καθώς ίσχυε η εντολή να «αποκαλύπτουν τους μασκοφόρους», που επέφερε αντίποινα από την ΕΟΚΑ.

Σε σχέση, τέλος, με την υποτιθέμενη αντιφασιστική στάση του ΑΚΕΛ, σε σχέση με το πραξικόπημα του 1974 στην Κύπρο, ο Λάζαρος Σκαλιστής, που διατέλεσε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ, είναι αρκετά γλαφυρός, αναφερόμενος στο θέμα αυτό:

H χούντα απειλούσε τον Μακάριο ότι θα εφαρμόσει πικρά μέτρα εναντίον του εάν δεν δεχτεί τις προτάσεις της σε ζητήματα που είχαν σχέση με την ύπαρξη του κράτους μας, και την λύση που επεδίωκε.
Επειδή η κυβέρνησή μας δεν εγίνετο πειθήνιο όργανο της χούντας, με την ενεργό καθοδήγησή της η παρανομία ενέτεινε τη δραστηριότητά της και όλα έδειχναν ότι, μετά τις αποτυχημένες δολοφονικές επιθέσεις εναντίον του Μακαρίου θα έφταναν μέχρι του σημείο να τον ανατρέψουν και ένοπλα με πραξικόπημα.

Tο AKEΛ κατάγγελλε και προειδοποιούσε για το επερχόμενο πραξικόπημα, και ότι ήτο έτοιμο ν’ αγωνιστεί με τον λαό για την αποτροπή του.
Αυτό το έκανε για το θεαθήναι, για τα μάτια του κόσμου. στην πραγματικότητα δεν πίστευε ότι θα γίνει πραξικόπημα, εξ ου και δεν πήρε τα ανάλογα μέτρα, ούτε αγωνίστηκε ενάντια στο πραξικόπημα· πιάστηκε στον ύπνο και δεν ήξερε τι έκανε.
Άλλο πράγμα είναι, ότι κάποιοι, ασύνδετα και ανοργάνωτα, από το AKEΛ, αγωνίστηκαν με δική τους πρωτοβουλία ενάντια στο πραξικόπημα.

Σε συνεδρίες, τότε, της Κεντρικής Επιτροπής του AKEΛ ο Γ.Γ. του AKEΛ, Παπαϊωάννου, μας διαβεβαίωνε ότι ο Μακάριος ίδρυσε το «Εφεδρικό» για να πολεμήσει την παρανομία, και να προστατέψει το κράτος και ότι και εμείς σαν AKEΛ του δώσαμε κατάλογο από 2.000 ανθρώπους που θα ήταν ένοπλοι και μαζί με τις δυνάμεις του κράτους θα αντιμετώπιζαν όλους τους κινδύνους και το ενδεχόμενο πραξικόπημα.

Καλούσε τότε ο Μακάριος το AKEΛ να δώσει άνδρες, παιδιά, που θα κατατάσσονταν στο «Εφεδρικό» για να υπερασπίσουν τη Δημοκρατία, όπως μας είπε ο Γ.Γ. του AKEΛ, Παπαϊωάννου.
Στις συνεδρίες των οργάνων του AKEΛ τονίστηκε ότι πρέπει να δώσουμε το παράδειγμα πρώτοι εμείς, τα στελέχη, στέλνοντας τα παιδιά μας στο «Εφεδρικό». 
Πρέπει να λεχθεί ότι κανένα από τα μέλη της κεντρικής επιτροπής του AKEΛ, εκτός ενός, δεν έστειλε το γιο του στο «Εφεδρικό».
Πιστεύω ότι είναι ζήτημα ηθικής τάξης, και όχι για τίποτε άλλο, εάν πω ότι το μέλος της Κεντρικής του AKEΛ, που έστειλε τον γιο του στο «Εφεδρικό», ήμουν εγώ.

Επανειλημμένα ρωτούσαμε πού είναι ο γιος των Kατσουρίδη, Πέτα, Xρίστου, του Mιχαηλίδη και άλλων στελεχών, που είναι μέλη του πολιτικού γραφείου; Δεν τους έστειλαν στο «Εφεδρικό».
Ούτε απαντούσαν.
Ενώ σήμερα αυτοί, εννοούμε τα παιδιά τους, βρίσκονται στην καθοδήγηση του AKEΛ και μάλιστα φαίνονται ότι είναι μεγάλοι καθοδηγητές και πατριώτες.
Κατηγορούν άλλους, και πραξικοπηματολογούν, ενώ δεν έδειξαν την παραμικρή γενναιότητα ν’ αντισταθούν την ώρα που τους καλούσε η πατρίδα.

O Oυμπέρτο Έκο, ένας από τους μεγάλους Ιταλούς συγγραφείς, είπε, και ταιριάζουν σ’ αυτούς και στην ηγεσία του AKEΛ, λόγια προφητικά που παραμένουν στην ιστορία: «Eκνευρίζομαι να παίρνω μαθήματα πατριωτισμού από ανθρώπους, που οι ίδιοι δεν έχουν εκτελέσει τις υποχρεώσεις τους προς την πατρίδα».

ΚΚΕ, ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και «Εθνική Αντίσταση»

Ένας απ’ τους μεγαλύτερους μύθους της νεότερης Ελλάδος, είναι αυτός που ακούει στο όνομα «Εθνική Αντίσταση» και αναγνωρίστηκε κι από την ελληνική βουλή, 40 χρόνια αργότερα, το 1981 από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου (χρειάζονταν άραγε πρωθυπουργικό «φιρμάνι», για να εμπεδώσουν οι Έλληνες ότι έγινε αντίσταση;).
Κατά έναν περίεργο τρόπο, η «Εθνική Αντίσταση», είναι ταυτόσημη και ουσιαστικά μονοπωλείται σήμερα από την Αριστερά και το ΚΚΕ, αφήνοντας ουσιαστικά «στην απ’ έξω», όλους τους υπόλοιπους.
Η πραγματικότητα όμως (η αληθινή…αλήθεια) είναι εντελώς διαφορετική.
Η πραγματική οργανωμένη αντίσταση τελείωσε με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, τον Απρίλιο του 1941.
Τα υπόλοιπα είναι για εσωτερική κατανάλωση, για να μην πει κανείς ότι πρόκειται για μια ευθεία διαστρέβλωση της ιστορίας.
Οι Γερμανοί δεν αποχώρησαν βέβαια από τα χτυπήματα της Αντίστασης,αλλά λόγου της κατάρρευσης του σοβιετικού μετώπου, που αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε στην ήττα του Άξονα από τις συμμαχικές δυνάμεις.
Ακόμη και το πιο γνωστό κατόρθωμα που αποδίδεται στην «Εθνική Αντίσταση» και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ του ΚΚΕ, η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, και που καθιερώθηκε το 1982 από τον Ανδρέα Παπανδρέου ως επίσημος εορτασμός της Εθνικής Αντίστασης, ήταν μια πρωτοβουλία των Βρετανών οι οποίοι κατόρθωσαν (γιατί περί κατορθώματος πρόκειται) να ενώσουν για πρώτη και τελευταία φορά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (που αποτελούσε μια «μεταμφίεση» του ΚΚΕ) και του ΕΔΕΣ για έναν κοινό σκοπό.
Είναι μάλιστα γνωστό, ότι το ΚΚΕ που σήμερα έχει καπηλευτεί την πράξη αυτή και εορτάζει ξεχωριστά την επέτειο της ανατίναξης, ήταν αντίθετο στην πραγματοποίηση της επιχείρησης κι ο Βελουχιώτης που συμμετείχε τελικά με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία (ακολουθώντας τις εξελίξεις), κλήθηκε απ’ το κόμμα σε απολογία («1942-1945 – Τα χρόνια της κρίσης», Κ. Κόκκινος):

Ένα σοβαρό ρήγμα στις διασυνδέσεις αυτές έγινε με την αυτόβουλη (χωρίς την εντολή του Κ.Κ.Ε.) συμμετοχή του Άρη Βελουχιώτη στην επιχείρηση για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου (Νοέμβριος 1942).
Ο Άρης επέσυρε την οργή του Κόμματος, κλήθηκε στην Αθήνα για να απολογηθεί και έπεσε σε δυσμένεια έκτοτε.
Οι Σαμαρινιώτης (Ανδρέας Τζήμας) και Τάσος Λευτεριάς (Βαγγέλης Παπαδάκης) ήσαν τα εντενταλμένα όργανα του Κόμματος να παρακολουθούν και επιβλέπουν όλες τις κινήσεις του Άρη.

Στην πραγματικότητα, ο ηγετικός ρόλος της «βρόμικης δουλειάς» είχε ανατεθεί απ’ τους Βρετανούς στον αρχηγό του ΕΔΕΣ, Ναπολέοντα Ζέρβα, κάτι που πιστοποιεί και ο αρχηγός της βρετανικής αποστολής, Έντι Μάγιερς («Ελληνική περιπλοκή»):

Του εξήγησα (του Ζέρβα) την αποστολή μου. Του έδωσα όλες τις πληροφορίες που είχα συγκεντρώσει για τις τρεις γέφυρες και για τις φρουρές του εχθρού σ’ αυτές και στην περιοχή της καθεμιάς και του ανάλυσα λεπτομερειακά το σχέδιο που είχα καταστρώσει για την επίθεση στη γέφυρα του Γοργοποτάμου.
Του πρόσφερα τους άντρες και τα μικρά εφόδια που είχα στη διάθεσή μου και του ζήτησα ν’ αναλάβει τη διεύθυνση της επιχείρησης.

Σε σχέση με τον Βελουχιώτη, και τις εκκλήσεις για συμμετοχή στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, ο Μάγιερς αναφέρει:

Δεν απαντούσε ο Άρης στα μηνύματα που του έστελνα.
Φαινόταν να μας αποφεύγει επίτηδες.

Στον μύθο αυτό αναφέρθηκε κι ο Βρετανός ταγματάρχης και συναρχηγός της συγκεκριμένης επιχείρησης, Κρις Γουντχάουζ (Chris Woodhouse), σε ομιλία του στο «Holiday Inn», στις 31 Οκτωβρίου 1984:

Έχει αναπτυχθεί ένας μύθος μεταξύ των Ελλήνων της νεώτερης γενιάς, ότι η πρωτοβουλία για την επιχείρηση του Γοργοποτάμου προήλθε από τον Άρη και τον ΕΛΑΣ.
Έφτασα ακόμη να διαβάσω στον κομμουνιστικό τύπο ότι η βρετανική ομάδα με επιμονή δική μου, σκόπιμα απέφυγε κάθε επαφή με τον ΕΛΑΣ έως ότου μπορέσουμε να βρούμε πρώτα τον Ζέρβα.
Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο:
Ο Άρης αποφάσισε τελικά να μας βοηθήσει μόνο και μόνο επειδή βρήκαμε τον Ζέρβα.

Και συνεχίζει,δίνοντας περισσότερες λεπτομέρειες μέσα απ’ το βιβλίο του «Το μήλο της έριδος»:

Όταν η πρώτη ομάδα Βρετανών αλεξιπτωτιστών έπεσε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1942, προσγειώθηκε πολύ κοντά στη γέφυρα του Γοργοπόταμου και στη μονάδα του ΕΛΑΣ που διοικούσε ο Άρης Βελουχιώτης.
Ο Ζέρβας βρισκόταν εκατό μίλια μακριά, στα δυτικά. Περισσότερο από ένας μήνας πέρασε, ώσπου η βρετανική ομάδα να επιτύχει επαφή με τον Άρη.
Στις αρχές Νοεμβρίου, μια δεύτερη ομάδα Βρετανών αλεξιπτωτιστών έπεσε τυχαία μέσα στα χέρια του Άρη.
Τους έστειλε να συναντήσουν τους συναδέλφους τους, χωρίς και πάλι να προσφερθεί να τους βοηθήσει στο σχέδιό τους.
Λίγο αργότερα, η πρώτη ομάδα συνάντησε τον Ζέρβα εκατό μίλια μακριά και τον έφερε, σε μια πορεία χωρίς ανάπαυλα, να χτυπήσει τη γέφυρα του Γοργοπόταμου.
Τότε άλλαξαν όλα.
Όταν ο Άρης κατάλαβε ότι η επίθεση θα γινόταν, έστω και χωρίς τις δικές του δυνάμεις, δεν διακινδύνευσε ν’ αφήσει τον Ζέρβα να πάρει όλη τη δόξα: Προσφέρθηκε αμέσως να συνεργασθεί.
Το αποτέλεσμα ήταν μια κοινή επιχείρηση, που ίσως ποτέ δεν θα γινόταν αν δεν ήταν ο Ζέρβας και δεν θα σημείωνε επιτυχία αν δεν ήταν ο Άρης Βελουχιώτης.
Όταν, όμως, επτά μήνες αργότερα, ζητήθηκε να γίνει επίθεση και κατά της γέφυρας του Ασωπού, δεν υπήρχε δυνατότητα να δοθεί βοήθεια από άλλους αντάρτες εκτός από τον ΕΛΑΣ.
Κι αυτό επειδή ο Ζέρβας βρισκόταν και πάλι εκατό μίλια μακριά και ο ΕΛΑΣ είχε προχωρήσει στη φάση του αλληλοσπαραγμού, πράγμα που απέκλεισε κάθε σκέψη να κληθεί και πάλι ο Ζέρβας.
Οι δυνάμεις του Σαράφη και του Ψαρού είχαν εκμηδενισθεί και η δύναμη του Ζέρβα αντιμετώπιζε την ίδια απειλή. Μια και δεν υπήρχε αυτή τη φορά ο κίνδυνος να του κλέψει οποιοσδήποτε άλλος τη δόξα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αρνήθηκε να αναλάβει την επιχείρηση (την ανέλαβε μια ομάδα από έξη Βρετανούς και είχε την ίδια επιτυχία με την προηγούμενη).

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν πράξεις αντίστασης των Ελλήνων εναντίων των κατακτητών.
Φυσικά και υπήρξαν, ανεξαρτήτως πολιτικών φρονημάτων, είτε ομαδικές και περισσότερο οργανωμένες (π.χ. Ε.Ο.Κ. του Μανώλη Μπαντουβά, τάγμα 5/42 του συνταγματάρχη Ψαρρού κ.ά.), είτε αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας και αυτοθυσίας (με πάμπολλες περιπτώσεις, όπως της Λέλας Καραγιάννη).
Οι περισσότερες όμως εξαφανίστηκαν κάτω από τον βαρύγδουπο τίτλο της «Εθνικής Αντίστασης» που δημιούργησε και καπηλεύτηκε το ΚΚΕ με τις «αντιστασιακές» του οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΛΑΣ.

Ο ΕΛΑΣ ήταν η σημαντικότερη «αντιστασιακή» οργάνωση, τόσο από αριθμό μελών (τουλάχιστον 10.000), όσο κι από θέμα οργάνωσης.
Παρ’ ότι αποτελούσε έναν ικανό στρατό, από άποψη μεγέθους, ουδέποτε διανοήθηκε να αντιμετωπίσει ευθέως τους κατακτητές.
Η τακτική που ακολούθησε κι ονομάστηκε «Εθνική Αντίσταση», δεν ήταν τίποτε άλλο από έναν κλεφτοπόλεμο σε ασήμαντους συνήθως στόχους, που επέφερε όμως βαρύτατα αντίποινα στον άμαχο πληθυσμό, τον οποίο ουδέποτε τόλμησε να υπερασπιστεί.
Στην πραγματικότητα, ο αντικειμενικός στόχος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν η αντίσταση, αλλά η συντήρηση δυνάμεων, μέχρι την στιγμή που θα αποχωρούσαν οι Γερμανοί από την Ελλάδα (αυτό ήταν ένα πολύ ορατό ενδεχόμενο από ένα σημείο και μετά) και θα άνοιγε ο δρόμος προς την εξουσία με στρατιωτικά μέσα.
Από την άλλη, ο ΕΔΕΣ είχε ως στόχο την αποτροπή της απόκτησης της εξουσίας από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (στην πραγματικότητα του ΚΚΕ) και την εγκαθίδρυση του Κομμουνισμού στην Ελλάδα.

Θα ήταν πολύ χρήσιμο ίσως να δει κανείς την σειρά των γεγονότων και την μεταξύ τους αλληλουχία, για να εξάγει κάποια χρήσιμα συμπεράσματα.

Στις 20 Απριλίου 1940 κι ενώ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεκινήσει, η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, εκδίδει ένα σπανίας εμπνεύσεως μανιφέστο, με τον οποίο πληροφορεί τον ελληνικό λαό, ότι ουσιαστικά οφείλει την ελευθερία του στην…εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στην Πολωνία, στην Φιλανδία και σε άλλες χώρες:

[…] Η Σοβιετική Ένωση γλύτωσε μέχρι σήμερα τη χώρα μας απ’ τον πόλεμο κι απ’ την υποδούλωση.
Τι θα είμαστε σήμερα, αν δεν έκοβε -με την επέμβασή της στην Πολωνία- το δρόμο του Χίτλερ προς τη Ρουμανία και τα Βαλκάνια;
Που θα βρισκόταν σήμερα η ανεξαρτησία μας, αν η ΕΣΣΔ δεν αντιτάζονταν αποφασιστικά στα ιταλικά -που υποδαυλίζονταν κι απ’ τους Αγγλογάλλους- σχέδια κατάχτησης των Βαλκανίων, που ματαιώθηκαν με το θρίαμβο του Κόκκινου Στρατού στη Φινλανδία;

Για να ενισχύσει μάλιστα τον παραπάνω ισχυρισμό, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ως παράδειγμα τις βαλτικές χώρες που απολαμβάνουν τα «αγαθά της ειρήνης», επειδή συνορεύουν με την Σοβιετική Ένωση:

Ρίχτε μια ματιά στο χάρτη: Δίπλα στην υποδουλωμένη και καταρειπωμένη Πολωνία και τη Φινλανδία, μερικά μίλια παρέκει απ’ τις σκανδιναυικές χώρες, όπου λυσσομανάει ο πόλεμος, να οι βαλτικές χώρες, που απολαβαίνουν τα αγαθά της ειρήνης.
Είναι τόσο μικρές, που όλες μαζί, κάνουν «μια μπουκιά» για ένα μεγάλο ιμπεριαλιστή.
Είναι τόσο κοντά στη Γερμανία, όσο η υπόδουλη Δανία και η ετοιμοθάνατη Ολλανδία.
Μα οι βαλτικές χώρες δε φοβούνται!
Έχουν προστάτη τη Σοβιετική Ένωση!

Η συνέχεια φυσικά είναι γνωστή:
Ο «προστάτης» Στάλιν, σύντομα έκανε μια «μπουκιά» την Εσθονία, την Λετονία και την Λιθουανία, τις οποίες κατέστησε σοβιετικές επαρχίες.

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα.
Οι Έλληνες σπεύδουν στο πολεμικό μέτωπο κι έτσι οι εξελίξεις προσπερνούν τα μανιφέστα του ΚΚΕ.
Λίγες μέρες μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, στις 2 Νοεμβρίου 1940 δημοσιεύεται στον αθηναϊκό τύπο (με την έγκριση Μεταξά), μια ανοιχτή επιστολή (που καταγγέλθηκε αργότερα από το ΚΚΕ ως πλαστή) του φυλακισμένου ηγέτη του ΚΚΕ, Νίκου Ζαχαριάδη, με τίτλο «Ανοιχτό Γράμμα του Γενικού Γραμματέα του Κ.Κ.Ε. προς το λαό της Ελλάδας», με την οποία καλεί όλους τους Έλληνες να ενωθούν κάτω από την κυβέρνηση Μεταξά και να αντισταθούν:

Ο φασισμός του Μουσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει.
Σήμερα όλοι οι Έλληνες παλεύουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία.
Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. 
Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες.
Ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικο‐απελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό τον Μουσολίνι.

Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟ‐ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ (σ.σ.: Τα κεφαλαία μεταφέρονται όπως έχουν στο πρωτότυπο).

Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη. Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ’ ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.

Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θα ‘ναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας.

Αθήνα, 31 του Οκτώβρη 1940
ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ

Λίγες μέρες αργότερα όμως, ο «σύντροφος» Ζαχαριάδης τα μαζεύει άρον άρον και και με μια νέα επιστολή του, στις 26 Νοεμβρίου 1940, ζητά από την Ελλάδα να κρατήσει…ουδετερότητα.
Έρχεται και η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, στις 7 Δεκεμβρίου 1940, κι ενώ έχει απελευθερωθεί η Βόρεια Ήπειρος, βάζει το κερασάκι πάνω στην τούρτα, εκδίδοντας ένα ακόλουθο μανιφέστο (ΚΚΕ-Επίσημα Κείμενα, τόμος Ε’), όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρει:

Ο πόλεμος αυτός προκλήθηκε από τη βασιλομεταξική σπείρα, που διατάχτηκε από τους Εγγλέζους ιμπεριαλιστές, δεν μπορεί να έχει την παραμικρή σχέση με την υπεράσπιση της πατρίδος μας.
Ούτε είναι βέβαια «πόλεμος κατά του φασισμού», όπως δήλωσε κυνικά ο αρχιφασίστας Μεταξάς, ο δήμιος του λαού μας.
Μα ούτε και πόλεμος για την απελευθέρωση των ελληνικών μειονοτήτων της Αλβανίας απ’ το ζυγό του ιταλικού φασισμού και της αλβανικής αστοτσιφλικάδικης κλίκας, γι’ αυτό ο πόλεμος αυτός δεν μπορεί να ‘χει καμμία σχέση με την ελευθερία…
Καλούμε τους πολεμιστές μας ν’ αρνηθούν να πολεμήσουν πέρα απ’ τα σύνορα της πατρίδας μας.
Τι ζητάμε στην Αλβανία;
Που μας πάνε;
Ο λαός μας δε θέλει δεύτερο Σαγγάριο.

Θ’ ακολουθήσει και τρίτη επιστολή στις 15 Ιανουαρίου 1941 που απευθύνεται προς όλα τα μέλη του ΚΚΕ, με την οποία χαρακτηρίζει τον πόλεμο εκ μέρους της Ελλάδος, «κατακτητικό».

Το χαρακτηριστικό απόσπασμα:

Το γράμμα μου που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες στις 2 του Νοέμβρη 1940 αποβλέπει ατά παρακάτω:
1) Να δώσει έγκυρη ενιαία κατεύθυνση στους κομμουνιστές όλης της χώρας.
2) Να κινητοποιήσει το λαό στην αντιφασιστική εξόρμηση για την εθνική ανεξαρτησία και λευτεριά.
3) Να αποκαταστήσει στο εσωτερικό τις λαϊκές ελευθερίες, μία λαϊκή αντί-πλουτοκρατική πολιτική.
4) Να κάμει τον πόλεμο εθνικό αντιφασιστικό, αντιϊμπεριαλιστικό με βασικό και μοναδικό σκοπό την εξασφάλιση τής εθνικής μας ανεξαρτησίας, τής ειρήνης και ουδετερότητας μας, έξω από τον γενικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο.

Αυτό θα μπορούσαμε να το πετύχουμε μόνο μ έναν ολόπλευρο προσανατολισμό στην Ε.Σ.Σ.Δ. και με μια πραγματική βαλκανική συνεργασία.

Ο Μεταξάς από την πρώτη στιγμή έκανε το αντίθετο, έκανε πόλεμο φασιστικό, κατακτητικό πόλεμο.
Ενώ, αφού διώξαμε τους Ιταλούς από την Ελλάδα, βασική προσπάθεια μας έπρεπε να είναι να κάνουμε μια ξεχωριστή, έντιμη και δίχως παραχωρήσεις ελληνοϊταλική ειρήνη, πράγμα πού μπορούσε να γίνει με τη μεσολάβηση της Ε.Σ.Σ.Δ., η μοναρχοφασιστική δικτατορία συνέχισε τον πόλεμο για λογαριασμό, όχι του λαού τής Ελλάδας, μα της πλουτοκρατίας και του αγγλικού ιμπεριαλισμού.

[Στην ίδια επιστολή, ο Ζαχαριάδης ουσιαστικά θα επιβεβαιώσει την ύπαρξη της πρώτης που αμφισβητήθηκε: «…Η Προσωρινή Διοίκηση και το ανοιχτό γράμμα μου της 2-11-1940 (που ακέραια την ευθύνη του την έχω εγώ μπροστά στο ΚΚΕ και στην Κ.Δ.) το καταντά ένα καθαρό σοσιαλοπατριωτικό ντοκουμέντο που πάει να λερώσει την τιμή του ΚΚΕ».]

Λίγα χρόνια πριν όμως (15 Μαρτίου 1937), άλλα πίστευε το ΚΚΕ για τον Μεταξά:

Πράκτορας του γερμανικού φασισμού, η μοναρχο‐μεταξική δικτατορία, ξεπούλησε και ξεπουλά στους Γερμανούς φασίστες την Ελλάδα. 
Για την εξυπηρέτηση των εγκληματικών πολεμικών σχεδίων του χιτλερισμού, εκχώρησε σ’ αυτόν το Λουτράκι και το νησί του Ευβοϊκού Πεταλιού.
Μετάτρεψε τη χώρα σε στρατηγικό στήριγμα του φασισμού κι ανέλαβε να παίξει το ρόλο του χιτλερικού χωροφύλακα στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο.
Η πολιτική του ξεπουλήματος της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της χώρας στο χιτλερισμό απομόνωσε την Ελλάδα στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων και επισώρευσε τρομερούς κινδύνους ανεπανόρθωτων πολιτικών καταστροφών».

Και στις 5 Νοεμβρίου 1937:

Η Ελλάδα μετατράπηκε σε στρατηγικό στήριγμα του Χίτλερ.
Το πολεμικό υλικό παραγγέλνεται στη Γερμανία. 
Τα οχυρωματικά έργα γίνονται με την επίβλεψη των
χιτλερικών…
Έτσι η μοναρχομεταξική Ελλάδα, παιχνίδι στα χέρια των Χίτλερ και Μουσολίνι, πρώτη θα συρθεί στον πολεμικό ανεμοστρόβιλο που ξαπολύουν τα φασιστικά κράτη.

Στις 18 Μαρτίου 1941, το ΚΚΕ καλεί τον ελληνικό λαό «να πάρει παράδειγμα απ’ τον ηρωικό αδελφό λαό της Βουλγαρίας», που «κάνει ό,τι μπορεί για την αποκατάσταση της ειρήνης στα Βαλκάνια και την πραγματική συνεννόηση όλων των βαλκανικών λαών».
Λίγο αργότερα, ο «ηρωικός αδελφός λαός της Βουλγαρίας», θα εισβάλλει σε Μακεδονία και Θράκη, στο πλευρό των Γερμανών.

Στις 14 Απριλίου 1941, δημοσιεύεται στον «Ριζοσπάστη» απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, με την οποία, λίγο πολύ, καλεί τον λαό, αντί να στραφεί εναντίον των κατακτητών, να στραφεί εναντίον της κυβέρνησης, γιατί ο πόλεμος είναι…άδικος:

Καλούμε όλο το λαό να σκεφθή πόσο διαφορετική θα ήταν ή θέση τον σήμερα, αν η επιστράτεψη της 28 Οκτωβρίου 1940 μετατρεπόταν σε λαϊκό ξεσήκωμα, που θα σάρωνε τη διχτατορία και θ’ ασφάλιζε την ειρήνη και την ανεξαρτησία μας, με μια συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση.
Να σκεφθή πόσες μανάδες θα χαίρονταν τα παληκάρια τους, πώς η Μακεδονία, η Θράκη και όλα όσα ακόμα θα χάσουμε, θα γλύτωναν τον ξενικό ζυγό και πώς αντί για μαγνητικές νάρκες, μπόμπες, πείνα και καταστροφές, ο λαός μας θά ‘χε τώρα πραγματική ελευθερία.
Να σκεφθή ακόμα πώς αν το σωτήριο αυτό ξεσήκωμα δεν έγινε, αιτία είναι η πλάνη τον λαού πώς ο πόλεμος ήταν δίκαιος, πώς άλλος τρόπος για να υπερασπίσουμε την ανεξαρτησία μας δεν υπήρχε.
Και να μάθη πώς με την πλάνη αυτή τον ξεγέλασαν οι τύραννοι, αναθέτοντας σε χαφιέδες της «προσωρινής διοίκησης» να σκαρώσουν ατιμίες και παγίδες πλαστογραφίες, και άλλα εγκλήματα, όπως το πλαστό γράμμα τον αρχηγού του λαού, σύντροφου Ζαχαριάδη.

Στις 3 Μαΐου 1941, λίγες ημέρες δηλαδή, μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, εκδίδεται ένα μανιφέστο του ΚΚΕ, το οποίο στην ουσία καταδικάζει την άρνηση της Ελλάδος να υποταχθεί αμαχητί στον Άξονα και η οποία άρνηση «έγινε αιτία να προκαλέσει και τη χιτλερική εισβολή».

Πως εξηγείται αυτή η στάση του ΚΚΕ;
Απλούστατον.
Η Σοβιετική Ένωση, ενάμισι χρόνο περίπου πριν (στις 23 Αυγούστου 1939), έχει υπογράψει με την Γερμανία, το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, το οποίο προέβλεπε την μη επίθεση μεταξύ αυτών των χωρών. 
Η Γερμανία εφ’ όσον είχε υπογράψει σύμφωνο (το οποίο, το ΚΚΕ αποκαλούσε «όργανο ειρήνης») με την «μάνα» Σοβιετική Ένωση, θεωρούνταν πλέον «φίλη» χώρα.

Ως γνωστόν όμως, αφού αυτοί οι δυο χώρισαν την Ευρώπη στα δύο και κατακτούσαν την μία χώρα μετά την άλλη, ο Χίτλερ σύντομα, αυτό το «όργανο ειρήνης» το έκανε κωλόχαρτο και στις 22 Ιουνίου 1941 επιτέθηκε στην Σοβιετική Ένωση, εφαρμόζοντας την γνωστή επιχείριση «Μπαρμπαρόσα».

Ποια ήταν η αντίδραση του ΚΚΕ;
Με απόφαση στις 1-8-1941, η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, κάλεσε τον ελληνικό λαό να υπερασπίσει την…Σοβιετική Ένωση!…
(«Το Κ.Κ.Ε. από το 1931 ως το 1952», ΚΚΕ):

Μέσα στις σημερινές συνθήκες το βασικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών είναι η οργάνωση της πάλης του ελληνικού λαού για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης και την αποτίναξη του ξενικού ζυγού.

Το ΚΚΕ καλεί τον ελληνικό λαό, όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις του σε ένα εθνικό μέτωπο της απελευθέρωσης:
α) Για το διώξιμο της γερμανοϊταλικής κατοχής.
β) Για την ανατροπή της κυβέρνησης-οργανέτου τους.
γ) Για την καθημερινή υποστήριξη και υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης.

Το ΚΚΕ, αρχικά δεν είχε καμμία πρόθεση να αντισταθεί ένοπλα στον εχθρό.
Η βασική του προσδοκία, ήταν η επιβολή της ειρήνευσης από την Σοβιετική Ένωση και στην συνέχεια η δημιουργία βαλκανικής ομοσπονδίας υπό την αιγίδα της Σοβιετικής Ένωσης, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε εδαφικές παραχωρήσεις εκ μέρους της Ελλάδος.
Κι αυτό δεν είναι μια εικασία, αλλά προκύπτει από ένα ακόμη μανιφέστο που δημοσίευσε το ΚΚΕ στον Ριζοσπάστη στις 4 Ιουλίου 1941 (πρώτη μέρα της ανάληψης της εξουσίας του ΚΚΕ από τον ευνοούμενο των Βούλγαρων, Ανδρέα Τσίπα [ο Ζαχαριάδης είχε συλληφθεί και εστάλη στο Νταχάου]):

Για να λυτρώσουμε την πατρίδα μας απ’ τον ξενικό ζυγό χρειάζεται όμως αγώνας!
Κι έναν τέτοιο αγώνα είναι απαραίτητο να τον στηρίξουμε πρώτα πρώτα βέβαια, στον ηρωικό μας λαό ενωμένο στο Μέτωπο εθνικής σωτηρίας‐ειρήνης, ταυτόχρονα όμως και στην συμμαχία των άλλων υποδούλων βαλκανικών λαών, στην βοήθεια της μεγάλης Σοβιετικής Ένωσης, της μόνης δύναμης που υποστηρίζει τους αγωνιζόμενους για την ανεξαρτησία της πατρίδας τους λαούς, στην ενίσχυση όλων των άλλων λαών κι ιδιαίτερα των ίδιων των λαών της Γερμανίας και της Ιταλίας! […]

Ακόμα να διακηρύχνουμε πως κανένα ζήτημα, καμιά εδαφική μειονοτική ή οικονομική διαφορά, δεν πρέπει ν’ αποτελέσει εμπόδιο στην πραγματική συνεννόηση ανάμεσα σε όλους τους βαλκανικούς λαούς, προκειμένου με τη συνεννόηση αυτή, να λυτρωθούν τα βαλκάνια απ’ τον ζυγό του ιμπεριαλιστικού Άξονα και, συγκροτώντας το βαλκανικό μπλοκ κάτω απ’ την αιγίδα της Σοβιετικής Ένωσης, ν’ ασφαλιστούν απέναντι σε μελλοντικούς κινδύνους. […]

Το ΚΚΕ, άρχισε να κάνει λόγο για αγώνα τον Σεπτέμβριο του 1941 και λίγες ημέρες αργότερα ιδρύθηκε το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), η ιδρυτική διακήρυξη του οποίου, γράφτηκε σε άπταιστη…καθαρεύουσα και με αρκετά πατριωτικό ύφος, για να έχει απήχηση σε όλες τις τάξεις.
Λίγους μήνες αργότερα θα ιδρυθεί και το στρατιωτικό σκέλος του ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) στον οποίο αναδείχθηκε ως ηγέτης ο Άρης Βελουχιώτης.

Πως όμως έδρασε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο πεδίο της μάχης εναντίον των κατακτητών;
Μια πρώτη εικόνα δίνει ο Κώστας Καραγιώργης, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και διευθυντής του «Ριζοσπάστη», σε αναφορά που στέλνει στον Νίκο Ζαχαριάδη στις 18 Μαρτίου 1948, στην οποία περιγράφει την τακτική και το «ποιόν» του ΕΛΑΣ στην Κατοχή:

Κατά πρώτο λόγο η γενική τακτική είναι, να υποχωρούμε μπροστά στον προελαύνοντα εχθρό, μη λυπούμενοι το έδαφος, που χάνουμε.
Να διατηρούμε τις δυνάμεις μας ακέραιες για τους μελλοντικούς σκοπούς μας.
Αυτά μας διατύπωσε ο Σιάντος.
Στην νοοτροπία ο ΕΛΑΣ πρέπει να κινείται πάνω στο παλιό καραβανάδικο πνεύμα (ο Κατσαβρός τα θυμάται), ραχάτι, καλοπέραση, πολιτικολογία και πολεμικός συμβιβασμός στην ουσία με τον κατακτητή…
Είχα ευθύς εξ αρχής του ένοπλου αγώνα διαφωνήσει ανοιχτά με την ανάδειξη τού Κλάρα σε καπετάνιο πρώτα της Ρούμελης και ύστερα του Γενικού Στρατηγείον και γιατί ήταν δηλωσίας και γιατί ήταν ο Κλάρας σαν άτομο και χαραχτήρας, και γιατί θα αποτελούσε το πρότυπο για την ανάδειξη αναλόγων καπεταναίων…
Στους «ειδικούς» του παλαιού στρατού αντιπαρατάχθησαν οι «ειδικοί» από την πλευρά μας: 
Γενειάδα, χατζάρι, σαδισμός, αυθαιρεσία, διαφθορά.
Συχνά θεωρούνταν παληκαριά η απείθεια και η απολίτιστη τρομοκρατική αιμοβορία.

Ο Άγις Στίνας (πραγματικό όνομα Σπύρος Πρίφτης), ιδρυτικό μέλος του ΚΚΕ, που διεγράφη το 1931, γιατί αντιτάχθηκε στην ωμή παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης στα εσωτερικά του κόμματος, η οποία καθαίρεσε την νόμιμη και εκλεγμένη ηγεσία και επέβαλλε τον «δικό» της Νίκο Ζαχαριάδη, μέσα απ’ το βιβλίο του «ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – ΟΠΛΑ» είναι εξίσου περιγραφικός:

Το ΕΑΜ αρχίζει να γίνεται πλατειά μαζική οργάνωση από τα μέσα του 1943.
Αυτόν τον χρόνο προσχωρούν στον ΕΛΑΣ πολλοί νέοι και πολλοί αξιωματικοί μόνιμοι και έφεδροι που δεν μπόρεσαν ή δεν ήθελαν να πάνε στη Μ. Ανατολή.
Τον ίδιο χρόνο αποσπάται από την Γερμανία η Ιταλία, συνθηκολογεί πρώτα με τους «συμμάχους», και ύστερα προσχωρεί σ’ αυτούς.
Είναι ο χρόνος που η επικείμενη κατάρρευση της χιτλερικής Γερμανίας είναι σ’ όλους πλέον φανερή.

Δεν πρόκειται πλέον για μικρές ομάδες ανταρτών που φέρνουν βόλτα τα χωριά και καλούν το λαό της υπαίθρου στον αγώνα για την «απελευθέρωση».
Τότε οι μικρές ομάδες και τα κηρύγματα τους γινόταν δεκτά από τον πληθυσμό με δυσφορία, φόβο και αγανάκτηση. Τώρα ο φόβος είχε υποχωρήσει και οι λαοί και εδώ και σε όλο τον κόσμο βρίσκονταν σε πατριωτική έξαρση.
Από την εκμετάλλευση και καταπίεση από τους ξένους, θα περάσουν στην εκμετάλλευση και καταπίεση των «δικών» τους.
Ο ΕΛΑΣ είναι τώρα στρατός με χιλιάδες οπλίτες και αξιωματικούς. Στρατός με αυστηρά μιλιταριστική δομή:
Ιεραρχία, πειθαρχία, σεβασμό στους ανωτέρους, χαιρετισμοί, ποινές, στρατοδικεία, ομοιομορφία στις στολές κ.τλ.
Ο στρατός είναι οργανωμένος όπως όλοι οι σύγχρονοι στρατοί σε τάγματα, συντάγματα, ταξιαρχίες, μεραρχίες, ομάδες μεραρχιών, επιτελεία, στρατηγεία, κ.λπ.

Αλλά οι «πολεμικές επιχειρήσεις» για το «διώξιμο του κατακτητή» εκτελούνται από μικρές ομάδες και περιορίζονται σε δολοφονίες μεμονωμένων στρατιωτών ή αξιωματικών, σε παγίδες και ενέδρες εναντίον περιπόλων ή μικρών στρατιωτικών μονάδων και σε μερικά σαμποτάζ σε αφύλακτες σιδηροδρομικές γραμμές.
Είναι γνωστό ότι οι αρχές κατοχής απαντούσαν σε κάθε μια από αυτές τις «επιχειρήσεις» με άγρια αντίποινα.
Θύματα ήταν ο άμαχος πληθυσμός και οι κρατούμενοι στις φυλακές και στα στρατόπεδα και όχι εκείνοι που τα προκαλούσαν.
Ο απολογισμός ήταν τρομακτικός σε βάρος του πληθυσμού, σε θύματα, καταστροφές χωριών κ.λπ. Για έναν γερμανό στρατιώτη, οι Γερμανοί σκότωναν 10 Έλληνες, για έναν αξιωματικό 100 και για συνταγματάρχες και στρατηγούς πάνω από 1000. 
Ίσως το ΕΑΜ, στον υπολογισμό των θυμάτων να λογάριαζε μόνον εκείνους που προκάλεσαν τα αντίποινα και όχι εκείνους που τα υποστήκαν, τον άμαχο πληθυσμό και τους ομήρους.
Βέβαια, τα δικά τους θύματα ήταν πολύ λίγα ή ανύπαρκτα.
Ύστερα από κάθε «πολεμική επιχείρηση», αυτοί έφευγαν στα βουνά και τον ηρωισμό τους τον πλήρωναν άλλοι.
Και ακόμα είχαν κι ένα άλλο κέρδος.
Όσοι αγρότες κατόρθωναν να διαφύγουν από τα μπλοκαρισμένα από τους Γερμανούς χωριά, κατέφευγαν στα βουνά και θέλανε δεν θέλανε εντάσσονταν στον ΕΛΑΣ.
Στις πρώτες «πολεμικές επιχειρήσεις», ας πούμε ότι δεν περίμεναν τόσο άγρια αντίποινα.
Αλλά την δεύτερη, την τρίτη, την δεκάτη, την εκατοστή;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήξεραν τί θα ακολουθούσε ύστερα από την επίθεση τους εναντίον στρατιωτών των αρχών κατοχής.

Οι «πολεμικές επιχειρήσεις» θα εξακολουθήσουν να εκτελούνται από μικρές ομάδες και την εποχή που ο ΕΛΑΣ είχε οργανωθεί σε συντάγματα, μεραρχίες, κ.λπ.
Εάν παίρναμε στα σοβαρά όσα είχε διακηρύξει το ΕΑΜ στην ιδρυτική του πράξη και σ’ όλα τα μεταγενέστερα κείμενα του, έπρεπε να περιμένουμε ότι ο στρατός αυτός συγκροτήθηκε για να «απελευθερώσει» τη χώρα, πράγμα που δεν μπορούσε να γίνει παρά με μια νικηφόρα σύγκρουση με το στρατό κατοχής.
Ξέρουμε ότι αυτό δεν έγινε, ούτε μπορούσε να γίνει.
Την αδυναμία του ΕΛΑΣ να αναμετρηθεί με το στρατό κατοχής την είδαμε στις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών το φθινόπωρο του 1943 και 1944.
Οι Γερμανοί αναμφισβήτητα ήξεραν και πόσοι αντάρτες είναι και πού είναι.
Όσο αυτοί βρίσκονταν στα βουνά, γιορτάζοντας ή κάνοντας παρελάσεις στην «Ελεύθερη Ελλάδα», οι Γερμανοί τους άφηναν ανενόχλητους.
Στις επιθέσεις τους εναντίον στρατιωτικών ή μικρών ομάδων, απαντούσαν με φοβερά αντίποινα.
Δεν τους άφηναν βέβαια ανενόχλητους στην «Ελεύθερη Ελλάδα» από φιλελληνισμό αλλά γιατί δεν το επέβαλαν γενικότερες ανάγκες του πολέμου.
Όταν όμως με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, ο έλεγχος που ασκούσαν αυτοί σε βασικές οδικές αρτηρίες πέρασε στον ΕΛΑΣ, τότε αποφασίζονται και εκτελούνται μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις από τους Γερμανούς, το φθινόπωρο του 1943 και κατόπιν του 1944.
Και σ’ αυτές τις επιχειρήσεις ο ΕΛΑΣ διασκορπίζεται, διαλύεται, υποχωρεί από βουνοκορφή σε βουνοκορφή.
Όσοι έγραψαν, γι’ αυτές, δεν έχουν άλλο από το να παρουσιάζουν σαν κατόρθωμα ότι οι Γερμανοί δεν πέτυχαν να διαλύσουν τον ΕΛΑΣ.
Αλλά ο αντικειμενικός σκοπός των Γερμανών, ήταν να εξασφαλίσουν τον έλεγχο στις οδικές αρτηρίες που τους ενδιέφεραν.
Κι αυτό το κάνανε.

Για άλλο σκοπό προοριζόταν αυτός ο στρατός και όχι για μια αποφασιστική αναμέτρηση με τον στρατό κατοχής. […]

Σκότωναν απομονωμένους Ιταλούς ή Γερμανούς αξιωματικούς και στρατιώτες.
Έστηναν παγίδες και εξόντωναν μια μικρή γερμανική ή ιταλική στρατιωτική περίπολο και η άμεση ή πολύ γνωστή σ’ αυτούς από προηγούμενα, συνέπεια αυτής τους της δράσης ήταν τα άγρια αντίποινα των αρχών κατοχής, μαζικές σφαγές αθώων, μαζικές εκτελέσεις ομήρων, μαζικές συλλήψεις, μαζικές αποστολές στη Γερμανία, απ’ όπου πολλοί λίγοι γύριζαν ζωντανοί, εμπρησμοί χωριών, κ.λπ.
Στις 27 Απρίλη 1944, σκοτώνουν στους Μολάους έναν Γερμανό στρατηγό και τρεις συνοδούς του.
Οι Γερμανοί για αντίποινα εκτελούν 200 ομήρους και ένα στρατιωτικό απόσπασμα παίρνει εντολή να σκοτώνει όσους συναντά στο δρόμο από τους Μολάους στη Σπάρτη.
Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους 200 ομήρους που εκτελέστηκαν την πρωτομαγιά του 1944 ήταν παλιοί Ακροναυπλιώτες, απ’ αυτούς δηλαδή που ο Μανιαδάκης, ο Ιωαννίδης και ο Μπαρτζώτας παρέδωσαν στους Γερμανούς τον Απρίλη του 1941. 
Την άλλη μέρα σκοτώνουν στο Κυριάκι δύο Γερμανούς στρατιώτες.
Οι Γερμανοί εκτελούν 110 ομήρους και καίνε το Κυριάκι. Αυτές είναι δύο από τις όμοιες καθημερινές πολεμικές επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών.
Και σε κάθε μία απ’ αυτές οι Γερμανοί απαντούσαν με όμοια με τα παραπάνω αντίποινα.
Η χώρα ρήμαζε, τα χωριά καίγονταν, χιλιάδες ξεσπιτώνονταν, ο αριθμός των σφαζομένων ομήρων μεγάλωνε.
Ο τρόμος και η παραφροσύνη βασίλευαν στη χώρα. 
Αλλά στην «Ελεύθερη Ελλάδα» πανηγύριζαν. […]

Σκότωναν φτωχές γυναικούλες γιατί έπλεναν ρούχα Ιταλών ή Γερμανών στρατιωτών.
Θανάσιμο έγκλημα, επαίσχυντη αντιπατριωτική πράξη.
Από πόσο πατριωτικό πάθος θα φλέγονταν αυτός ο λεβέντης για να σκοτώσει μια μάνα που έπλενε ρούχα για ένα κομμάτι ψωμί για τα παιδιά της.

Σκότωσαν εργάτες γιατί δούλευαν σε γερμανικές επιχειρήσεις.
Στους ομαδικούς τάφους που άνοιξαν στο Περιστέρι, μπροστά στην αντιπροσωπεία των αγγλικών εργατικών συνδικάτων όλα τα πτώματα φορούσαν μπαλωμένα κουρέλια και τα χέρια τους ήταν χέρια εργατών. […]

Σκότωσαν γυναίκες γιατί από την πείνα ή για να σώσουν τα παιδιά τους δόθηκαν για μια πανιότα ή για μια κονσέρβα σε Ιταλούς ή Γερμανούς στρατιώτες. […]

Χιλιάδες αθώοι ανύποπτοι άνθρωποι σφαγιάσθηκαν δίχως να ξέρουν γιατί, ούτε αυτοί ούτε εκείνοι που εν ψυχρώ τους εκτελούσαν.
Ολόκληρες οικογένειες έχουν ξεκληριστεί με το πρόσχημα της συνεργασίας με τον εχθρό, ενώ στην πραγματικότητα κρύβονταν πίσω απ’ αυτά οικογενειακά ή προσωπικά μίση. […]

Τον ΕΛΑΣ δεν τον γνωρίσαμε στις πόλεις.
Ο χώρος της δραστηριότητας του ήταν τα βουνά.
Στις πόλεις η αντιγερμανική αντίσταση γινόταν από ομάδες οργανωμένες από τους Άγγλους ή αξιωματικούς από τη Μέση Ανατολή και έργο τους ήταν η κατασκοπεία, η εγκατάσταση ασυρμάτων, οι αποστολές στη Μ. Ανατολή, ορισμένα σαμποτάζ, που το σοβαρότερο ήταν η ανατίναξη της ΕΣΠΟ.

Άλλη αντιστασιακή δράση στις πόλεις ήταν η δράση των σαλταδόρων, ηρωικές και πολύ επικίνδυνες και αυτές πράξεις, οι κλοπές αυτοκινήτων κ.λπ.
Σ’ αυτά η Γκεστάπο απαντούσε με συλλήψεις, ανακρίσεις, βασανιστήρια στα κρατηρήρια της Μέρλιν, δίκες, καταδίκες, εκτελέσεις, έρευνες, μπλόκα από κοινού με την αστυνομία και τους τσολιάδες.

Υπήρχε και το εφεδρικό, όπως το αποκαλούσαν, ΕΛΑΣ, που διέθετε μερικά όπλα.
Όμως ποτέ δεν επιχείρησε να συγκρουσθεί με το στρατό κατοχής. 
Συγκρούσεις και μερικές φορές ένοπλες γίνονται ανάμεσα σ’ αυτό και άλλες δήθεν αντιστασιακές ομάδες και οργανώσεις, προ παντός με τους Χίτες, αλλά από ό,τι θυμάμαι ποτέ δεν υπήρχαν νεκροί. […]

Δρούσε ακόμα στις πόλεις για λογαριασμό του ΕΑΜ και η ΟΠΛΑ.
Πρόκειται για τους φονιάδες που χρησιμοποιούσε το ΚΚΕ στην κατοχή για τη σφαγή των διεθνιστών, των στελεχών του που κατά καιρούς για οποιοδήποτε ζήτημα διαφωνούσαν, τη δολοφονία εργατών που δούλευαν σε γερμανικές δουλειές, μανάδων που έπλεναν ρούχα ιταλών ή γερμανών στρατιωτών, για ένα κομμάτι ψωμί για τα παιδιά τους, γυναικών που δίνονταν σε στρατιώτες της κατοχής για καμιά κονσέρβα κ.λπ., κ.λπ.
Αυτήν την ηρωική πλευρά του «Εθνικού Έπους» ίσως από μετριοφροσύνη δεν την αναφέρουν στους πανηγυρισμούς της Εθνικής Αντίστασης!

Ο αποκλειστικός λοιπόν χώρος της δραστηριότητας του ΕΛΑΣ, όπως και του ΕΔΕΣ ήταν το βουνό.
Στις πόλεις μαθαίναμε τη δράση του από τα αντίποινα των αρχών κατοχής: τις ομαδικές εκτελέσεις ομήρων, τις σφαγές αμάχων, τους εμπρησμούς χωριών κ.λπ. 
Πολλά άτομα ή ομάδες γνωρίσαμε από φωτογραφίες, πλήθος φωτογραφίες, με τα σταυρωτά φυσεκλίκια, τα όπλα, το καλπάκι ή το δίκοχο στραβά στο κεφάλι, τα παράσημα, το ύφος κ.λπ.
Ακούγαμε διηγήσεις για παρελάσεις μέσα απ’ τα χωριά μεγάλων ομάδων ανταρτών με τις γαλανόλευκες σημαίες, τα κλέφτικα ή αντάρτικα τραγούδια. […]

Μια περιοχή στα βουνά είναι η «Ελεύθερη Ελλάδα» το «Ελεύθερο Ελληνικό Κράτος».
Εκεί είναι η κυβέρνηση, η πολιτική και στρατιωτική Αστυνομία, η Εφορία, οι φυλακές, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και η Εκκλησία εκπροσωπούμενη από Δεσποτάδες που ευλογούν τα όπλα. […]

Τα βουνά τότε ήταν το πιο ασφαλές μέρος.
Ούτε SS, ούτε Γκεστάπο, ούτε καραμπινερία, ούτε Μέρλιν, ούτε μπουραντάδες, ούτε ασφαλίτες, ούτε τσολιάδες, ούτε μπλόκα, ούτε μασκοφόροι.
Και δεν υπήρχε τίποτε απ’ αυτά, δεν υπήρχε δηλαδή κατοχή για τον απλό λόγο, ότι οι Γερμανοί δεν ενδιαφέρονταν γι’ αυτά, ούτε για το τι γίνονταν πάνω σ’ αυτά.
Εκείνο που ενδιέφερε και τη Γερμανία, και τους Συμμάχους ήταν να κερδίσουν τον πόλεμο.
Και σημασία γι’ αυτούς είχε σ’ όλη τη διάρκεια της ανθρωποσφαγής, μόνον ότι είχε σημασία για την τελική νικηφόρα γι’ αυτούς έκβαση του πολέμου.
Εάν τα βουνά, οι «Ελεύθερες περιοχές» κ.λπ. είχαν σημασία για τον πόλεμο από το μέρος της Γερμανίας, αυτή δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα τα είχε καταλάβει.
Απόδειξη είναι, οι μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις το φθινόπωρο του 1943 και 1944.
Ξέρουμε ότι όλες αυτές οι μεραρχίες του ΕΛΑΣ όπως και του Ζέρβα διαλύθηκαν και όλο το έδαφος της «Ελεύθερης Ελλάδας» πέρασε στα χέρια των Γερμανών.

Αυτά είναι τόσο απλά, που μόνον όσοι συνειδητά θέλουν να κοροϊδεύουν τον κόσμο, προσπαθούν με τρόπο να τον αφήνουν με την εντύπωση ότι αυτές τις «ελεύθερες περιοχές» την «Ελεύθερη Ελλάδα» κ.λπ. τις απελευθέρωσαν ύστερα από ηρωικές μάχες, οι αντάρτες από τους Γερμανούς. […]

Σε έναν πόλεμο που κρατάει τρία χρόνια, κανείς από την πολιτική, στρατιωτική, πνευματική ηγεσία αυτού τον πολέμου, ούτε πιάστηκε ούτε εκτελέσθηκε ούτε σκοτώθηκε στη μάχη, ούτε τραυματίστηκε ούτε πέρασε από τα κρατητήρια της Μέρλιν.
Όλοι είναι σώοι και υγιείς, ούτε μία γρατσουνιά στο πρόσωπο τους.
Και είναι αυτοί που με πύρινα άρθρα, με απομνημονεύματα και αναμνήσεις προβάλλουν το έργο τους για εθνική εποποιία, νέο ’21 κ.λπ., και διεκδικούν δάφνες, παράσημα, και συντάξεις.

Σε σχέση με τα περίφημα λαϊκά συσσίτια που υποτίθεται ότι διοργάνωνε το ΕΑΜ, ο Στίνας είναι αρκετά δηκτικός:

Η άμεση συνέχεια και συνέπεια της κατοχής ήταν οι χιλιάδες νεκροί από την πείνα και το κρύο, το χειμώνα του 1941-1942.
Την κύρια ευθύνη γι’ αυτό έχει η Αστυνομία και οι έμποροι τροφίμων.
Η Αστυνομία εμποδίζει με τη βία πλήθη λαού να καταλάβουν τις στρατιωτικές αποθήκες τροφίμων καθώς και τα ευρισκόμενα στο Τελωνείο του Πειραιά εφόδια, που προορίζονταν για τον αγγλικό και νεοζηλανδικό στρατό που πολεμούσε στην Ελλάδα, πριν από την κατοχή της Αθήνας.
Οι έμποροι κρύβουν τα τρόφιμα που είχαν.
Τα πρώτα παραδόθηκαν στους Γερμανούς και τα δεύτερα μοσχοπουλήθηκαν στη μαύρη αγορά.

Υπάρχει και σήμερα σε πολλούς η εντύπωση ότι τα συσσίτια που άρχισαν να λειτουργούν στην Ελλάδα, το Νοέμβρη του ’41, ήταν έργο του ΕΑΜ.
Η υπόθεση των συσσιτίων εκείνης της εποχής είναι η ακόλουθη:
Ύστερα από το φοβερό χειμώνα του ’41- ’42, οι αρχές κατοχής επέτρεψαν τη διοχέτευση στη χώρα, για τα λαϊκά συσσίτια, ορισμένης ποσότητας τροφίμων από την Τουρκία και υπό τον αυστηρό έλεγχο της Ερυθράς Ημισελήνου.
Ναυλώθηκε το τουρκικό πλοίο «Κουρτουλούς», που από τα τέλη του Νοέμβρη 1941 άρχισε δρομολόγια προς τον Πειραιά.
Σε κάθε ταξίδι μετέφερε 1500-1800 τόνους όσπρια για τα λαϊκά συσσίτια κι εκείνα των συνεταιρισμών που είχαν ιδρυθεί.
Στο έκτο ταξίδι του, το «Κουρτουλούς» βυθίστηκε στη θάλασσα του Μαρμαρά με 1800 τόννους τρόφιμα.
Αντικαταστάθηκε με το «Ντουλουμπουνάρ» που πραγματοποίησε δύο ταξίδια έως στις 27Μαρτίου 1942.
Σ’ αυτό το μεταξύ ο κίνδυνος της πείνας είχε υπερνικηθεί.
Στις αρχές Ιουνίου 1942 με τη μεσολάβηση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και των τοπικών Ερυθρών Σταυρών έγινε ρητή συμφωνία των εμπολέμων για τον εφοδιασμό της Ελλάδας.
Ο Καναδάς ανέλαβε να παρέχει 15 χιλιάδες τόννους το μήνα τρόφιμα και οι Ηνωμένες Πολιτείες 5000 τόννους όσπρια, γάλα και φάρμακα.
Τις ναυλώσεις πραγματοποιούσε ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, αλλά όλες τις δαπάνες περιλαμβανομένων και των ασφαλίστρων, τις κατέβαλε η κατοχική κυβέρνηση μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1943 που ανέλαβαν όλα τα έξοδα οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Μέχρι τις 27 Μαρτίου 1945 μεταφέρθηκαν 669000 τόννοι εφόδια από τα οποία 647000 τρόφιμα και τα υπόλοιπα ρούχα και φάρμακα.
Αυτή είναι η αλήθεια για τα συσσίτια.
Είχε βέβαια και το ΕΑΜ τη συμβολή του στα συσσίτια, κατόρθωσε να βάλει στα περισσότερα δικούς του μαγείρους και διανομείς, δηλαδή αυτούς που έπαιρναν καμιά δεκαριά μερίδες ο καθένας και που ήταν οι μόνοι που πάχυναν στην κατοχή.
Πάντως ο κίνδυνος του λιμού ξεπεράστηκε.

Όσον αφορά τους «μελλοντικούς σκοπούς» που αναφέρει πιο πάνω ο Καραγιώργης, στο υπόμνημά του προς τον Ζαχαριάδη, και που αποτελούσε κοινό μυστικό, δεν ήταν άλλοι από την τελική επικράτηση και την ανάληψη της εξουσίας διά των όπλων από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, μόλις εκκενωθεί η Ελλάδα απ’ τους Γερμανούς.
Άλλωστε με την ήττα των Ναζί στο σοβιετικό μέτωπο, η αντίστροφη μέτρηση για τους Γερμανούς είχε ήδη αρχίσει.
Το «ξεκαθάρισμα» με τις αντίπαλες αντάρτικες ομάδες και ειδικά μ’ αυτή του ΕΔΕΣ, είχε πάρει τον δρόμο του.


Ο Βρετανός ταγματάρχης Κρις Γουντχάουζ, θα αναφέρει σχετικά στο βιβλίο του «Το μήλο της έριδος» (σελίδες 252-254):

Στις 8 Οκτωβρίου ο ΕΛΑΣ επιτέθηκε κατά μονάδων του ΕΔΕΣ στη Θεσσαλία, επεκτείνοντας παράλληλα την επίθεσή του κατά των οργανώσεων ΕΣ, ΕΟΑ και ΠΑΟ.
Την ίδια μέρα ο Συνταγματάρχης Ραυτόπουλος, ο ανώτερος σε βαθμό αξιωματικός του ΕΔΕΣ στο ΚΓΑ, ανακλήθηκε από τον Ζέρβα.
Στις 10 Οκτωβρίου, έγινε η επίθεση στο αεροδρόμιο της Λάρισας με οικτρή αποτυχία.
Στις 12 και 13 Οκτωβρίου, οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον όλων των αντιπάλων του, με εξαίρεση την ΕΚΚΑ, γενικεύτηκαν σε όλη την Ελλάδα και τα υπόλοιπα μέλη του ΕΔΕΣ στο ΚΓΑ τέθηκαν υπό κράτηση. […]

Η Ελληνική Αντίσταση εξασθένησε σοβαρά, με την εξάρθρωση όλων των αντιπάλων του ΕΛΑΣ εκτός από τον ΕΔΕΣ, που λίγο έλειψε να υποκύψει κάτω από τις ταυτόχρονες επιθέσεις του Άρη Βελουχιώτη και των Γερμανών.

Στα πλαίσια της στρατηγικής αυτής οι «αντιστασιακοί» του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, δεν δίστασαν να βάλουν στην άκρη τον «αγώνα» τους, υπογράφοντας σύμφωνα ανακωχής με τους Γερμανούς, με σκοπό να συνεχίσουν απερίσπαστοι την εξουδετέρωση όλων όσων αποτελούσαν εμπόδιο στους «μελλοντικούς σκοπούς».
[Κάτι βέβαια, που έκαναν και οι ταγματασφαλίτες (οι γνωστοί «γερμανοτσολιάδες»), προκειμένου να τους αποκρούσουν, κι αφού εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς, δώσαν λόγο (εξ ου και το «δωσίλογοι») να μην χρησιμοποιήσουν αυτά τα όπλα εναντίον τους, απαντώντας στην τρομοκρατία με τρομοκρατία (αν και η αλήθεια είναι, πως παρά τα εγκλήματα και των ταγματασφαλιστών, πολλοί χωρικοί δέχονταν με ανακούφιση την παρουσία τους, έχοντας ήδη γνωρίσει τις αιματηρές επισκέψεις των Ελασιτών· δηλαδή «το μη χείρον, βέλτιστον»).
Για την ιστορία παρατίθεται κι ο φερόμενος ως όρκος τους, που όμως αμφισβητείται ως πλαστός:
«Ορκίζομαι εις τον Θεόν τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του γερμανικού στρατού Αδόλφου Χίτλερ.
Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθησομένας μοι υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου.
Γνωρίζω καλώς ότι διά μιαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεών μου, τας οποίας διά του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθή παρά των γερμανικών στρατιωτικών νόμων».]

Αρ. 302

Προς τα 24 και 15 Συντάγματα

Σας γνωρίζομεν ότι η εκκαθάρισις τμημάτων ΕΔΕΣ εις την περιοχήν 85ου Συντάγματος ετερματίσθη μέχρι περιοχής Κράψης, συλληφθέντων Λυγεράκη και Κωνσταντινίδη.

Εις την περιοχήν 3/40 Συντάγματος πληροφορίαι ιδιωτικαί φέρουν αφοπλισθείσαν ομάδα ΕΔΕΣ εις Φτέρη και ότι ο Τζουμερκιώτης ευρίσκετο την 10ην τρέχοντος εις Χώσεψην.
Τμήματα ΕΛΑΣ Δυτικής Στερεάς εκινήθησαν προς Κέντρα Ζέρβα.

Τμήματα 9ης, 10ης και 1ης Μεραρχίας ενούμενα μετά του 15ου Συν/τος εξακολουθήσουν εκκαθάρισιν περιοχής Τζουμέρκων.

Γνωρίσατε μας αμέσως πορείαν εκκαθαρίσεως σας.

Εζητήθη από Γερμανούς εκ μέρους μας, παράτασις εκεχειρίας μέχρις 20ης τρέχοντος μέχρι της οποίας δεν θα προβήτε εις ουδεμίαν επιθετικήν ενέργειαν κατ’ αυτών.

Ανεξακρίβωτοι πληροφορίαι φέρουν συλληφθέντα Στρατηγόν Νάσσην, ευρισκόμενον μόνον καθ’ οδόν δι’ υπηρεσίαν προ της ενάρξεως της εκκαθαρίσεως.

13.10.1943
Η VΙΙΙ Μεραρχία
Δια την ακρίβειαν Πίσπιρης

Το ΙΙ γραφείον
Κατσαντώνης


Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης, εκδίδει στις 20 Οκτωβρίου 1943 την ακόλουθη διαταγή:

Προς την VΙΙΙ Μεραρχίαν Χαλίκι

Ως υπεύθυνος διαχειριζόμενος το ζήτημα της εκκαθαρίσεως της ΕΔΕΣ επί των υμετέρων ενεργειών έχω να παρατηρήσω:
α) Πολιτικώς και από στρατηγικής και τακτικής άποψης του πόλεμου μας εναντίον του εσωτερικού (Ζέρβας – Αντίδραση) και εξωτερικού (Γερμανοί) εχθρού, η ενέργεια σας να αποσύρετε τις εναντίον του δυνάμεις για να συμπτύξετε και προβάλετε αντίσταση προς Μέτσοβον ενεργούντες Γερμανούς, είναι απολύτως εσφαλμένη και ασύμφορος.
β) Κατά την γνώμη μου είναι χίλιες φορές προτιμότερο να διανοίξουν οι Γερμανοί την οδόν Ιωαννίνων – Μετσόβου – Καλαμπάκας, παρά να εξακολουθήσει υφιστάμενος ο ΕΔΕΣ, έστω για μια εβδομάδα ακόμη.
γ) Γι’ αυτό εντέλλομαι όπως άμα λήψει παρούσης διατάξητε αμέσως τον Καβαλάρη, απαλλασσόμενου του εφεδρικού και συμπληρωμένης της δυνάμεως του δια δυνάμεων ενεργού ΕΛΑΣ, ώστε να έχει 300 άνδρας τουλάχιστον, να κινηθή ταχύτατα προς θέση Πλάκα εκείθεν δράση εναντίον Εδεσιτών, λαμβάνων επαφήν με τα ημέτερα τμήματα και υπό τας διαταγάς μου, του λοιπού αποτελούσης της δυνάμεώς του μέρους του υπ’ εμέ ανεξαρτήτου εκκαθαριστικού συγκροτήματος.
δ) Αναφέρατε δια του ιδίου συνδέσμου λήψιν παρούσης και έναρξιν εκτελέσεως.

Ώρα 2.30′
Καλαρύτες 20 – Χ – 43

Άρης Βελουχιώτης


Ανάλογη συμφωνία υπεγράφη και στην Πελοπόννησο τον Μάρτιο του 1944, κάτι που επιβεβαίωσε κι ο «Ριζοσπάστης» στις 14 Μαΐου 1944: «Το 8ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ Λακωνίας, πιεζόμενο σκληρά, συμφώνησε με τις τοπικές γερμανικές αρχές, αναστολή εχθροπραξιών από 30-3-44 μέχρι 10-4-44».

Από τις ελάχιστες περιοχές που δεν αιματοκυλίστηκαν από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ήταν η Κρήτη, στην οποία δεν επετράπη η ανάπτυξή του.
Γράφει στα απομνημονεύματα του, ο ηγέτης της Ε.Ο.Κ. (Εθνική Οργάνωση Κρήτης), Μανώλης Μπαντουβάς:

Το πρώτο δεκαήμερο του Δεκέμβρη, με πρωτοβουλία του Γιάννη Μαντουβά, σε σύσκεψη, αποφασίζεται όπως:
Πρώτα σε περίπτωση που ο ΕΛΑΣ θέλει να επαναλάβει τα όσα έκανε στη λοιπή Ελλάδα, εξοντώνοντας στη Μακεδονία τους αντάρτες της Π.Α.Ο., στην Πελοπόννησο τους αντάρτες του Ε.Σ., στη Ρούμελη διαλύοντας τους αντάρτες του Ψαρρού και γενικά κάθε αντάρτικο τμήμα, που δεν είχε κομμουνιστική καθοδήγηση, να μην βρεθούν άοπλοι, όπως συνέβη με τους υφιστάμενους την επίθεση του ΕΛΑΣ στη λοιπή Ελλάδα και δεύτερον να διαφωτίσει τον κόσμο, ότι οι αφορμή εχθρότητας του ΕΛΑΣ με τους υπόλοιπους αντάρτες ήταν ότι δεν δέχονται να γίνουν εκτελεστικά όργανα των προθέσεων των κομμουνιστών, που είχαν την ηγεσία του ΕΛΑΣ. 
Ακόμη να μπουν στη μετωπική αντιμετώπιση των Γερμανοσυνεργαζομένων και εκκαθάριση τους και, ιδιαίτερα με τους πράκτορες ενός Γερμανού ομαδάρχη, του Σούμπερτ, που έχει ήδη κάψει αρκετά χωριά και είχε βασανίσει και εκτελέσει πολλές δεκάδες πατριώτες, ασκώντας σκληρή τρομοκρατία.
Οι στόχοι αυτοί πέτυχαν ευτυχώς και οι δύο.

Στο ερώτημα, γιατί ο ΕΛΑΣ δεν πολέμησε τους Γερμανούς, ούτε κι όταν αυτοί αποχωρούσαν απ’ την Ελλάδα, την απάντηση δίνει το ακόλουθο συμφωνητικό ΕΛΑΣ και Γερμανών (οι συμφωνίες ΕΛΑΣ και Γερμανών, επιβεβαιώθηκαν και στο έντυπο του ΚΚΕ, «Νέος Κόσμος», τον Σεπτέμβριο του 1950, ωστόσο η συγκεκριμένη αργότερα αμφισβητήθηκε):

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι 1) Καπετάν Κίτσος, Διοικητής 2ου Τάγματος 31ου Συντάγματος Ε.Λ.Α.Σ. ενεργώντας ως αντιπρόσωπος της Ο.Μ.Μ. με εξουσιοδότηση του Μεράρχου XI Μεραρχίας Λασάνη και 2) Ταγματάρχης Έρριχ Φένσκε Διοικητής της μονάδος 31756 Βασιλικών, ως εκπρόσωπος των ενόπλων γερμανικών δυνάμεων της στρατιάς του Αιγαίου, συνελθόντες σήμερα την 1η Σεπτεμβρίου 1944 στο χωριό Λειβάδι περιφερείας Θεσσαλονίκης, συμφωνήσαμε τα εξής:
1. Ο Ε.Λ.Α.Σ. αναλαμβάνει την υποχρέωση να μη εμπόδιση την υποχώρηση του γερμανικού στρατού στην περιοχή της Ο.Μ.Μ., εισερχόμενος σε κάθε εκκενούμενο τμήμα μετά την αναχώρηση και του τελευταίου Γερμανού στρατιώτου.
2. Παράλληλα η γερμανική Α.Σ.Δ.Μ.Α. υποχρεούται να διάταξη την αποχώρηση των Ταγμάτων Ασφαλείας από την πόλη της Θεσ/νίκης, την οποία και θα παραδώσει στον Εφεδρικό Ε.ΛΑ.Σ. και στην Πολιτική Οργάνωση του Ε.Α.Μ. σύμφωνα με λεπτομερειακό σχέδιο πού τα δύο συμβαλλόμενα μέρη (Ο.Μ.Μ.-Ε.Α.Μ. και Γ.Α.Σ.Δ.Μ.Α.) θα καθορίσουν.
3. Ο Ε.Λ.Α.Σ. εγγυάται για τη ζωή των Γερμανών στρατιωτών, που προσχώρησαν ή θα προσχωρήσουν στις τάξεις του, φτάνει να υποσχεθούν πώς θα πολεμήσουν στο πλευρό του ενάντια σε οποιοδήποτε εχθρό του Λαϊκού Στρατού.
4. Ο Ε.Λ.Α.Σ. δεν φέρει καμιά ευθύνη αν αντιλαϊκές προδοτικές ομάδες επιτεθούν κατά γερμανικών δυνάμεων.
5. Η Γ.Α.Σ.Δ.Μ.Α. θα παραχώρηση στον Ε.Λ.Α.Σ. βαρύ οπλισμό και ανάλογο πολεμικό υλικό για την εξουδετέρωση των ως άνω ομάδων.
6. Ο Ε.Λ.Α.Σ. με όρους αυτούς και με συνεργασία των βουλγαρικών και αλβανικών παρτιζάνικων τμημάτων αναλαμβάνει την καταπολέμηση των αντιλαϊκών ανταρτικών ομάδων.

Το σύμφωνο αυτό γράφτηκε σε δύο, το ένα στην ελληνική γλώσσα και το παρέλαβε ο Ταγ/ρχης Έριχ Φένσκε και το δεύτερο στη γερμανική και το παρέλαβε ο καπετάν Κίτσος.

Λειβάδι 1-9-1944

Ο αντιπρόσωπος της Ο.Μ.Μ.
Για την Γ.Α.Σ.Δ.Μ.Α.
(Υπογραφές)


Και το πρωτότυπο της πρόσκλησης από τον καπετάν Κίτσο:


Τις επαφές και τις συμφωνίες μεταξύ ΕΛΑΣ και Γερμανών, επιβεβαιώνει και ο Κρις Γουντχάουζ («Μήλο της έριδος», σελίδα 254):

Η πιο φοβερή κατηγορία απ’ όλες αποσιωπήθηκε. Είχε αποκαλυφθεί τυχαία από τον αρχηγεύοντα της ΣΣΑ, ότι οι εκπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού, τους οποίους είχαν στείλει οι Γερμανοί στα βουνά για να κανονίσουν ανακωχή με τους αντάρτες, είχαν αποτύχει με τον Ζέρβα, αλλά είχαν επιτύχει με έναν σχηματισμό του ΕΛΑΣ.

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, συνιδρυτής της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων) και διατελέσας πρωθυπουργός, γράφει χαρακτηριστικά για την «μαχητικότητα» του ΕΛΑΣ και την μετά Γερμανών εποχή («Ο εικοστός αιών», σελ. 176, 177).

Η μεγαλύτερη περιοχή της Ελλάδος -και πριν φύγουν ακόμα οι Γερμανοί- είχε πέσει με την βοήθεια των δυτικών συμμάχων (με τα όπλα και το χρήμα τους ), στα χέρια του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, δυο οργανώσεων που τον αποκλειστικό έλεγχο επάνω τους είχε ο Κομμουνισμός.
Όταν άρχισαν οι Γερμανοί να εκκενώνουν την Νοτιοδυτική Πελοπόννησο, ο ένοπλος ΕΛΑΣ αντί να κυνηγήσει τους Γερμανούς, που μαζί τους δεν είχε ποτέ συγκρουστεί στα σοβαρά, μπήκε στις πόλεις που απελευθερώθηκαν αυτόματα με την εκκένωση και άρχισε τις σφαγές και τα βασανιστήρια.
Πάνω από 6.000 Έλληνες έχασαν -πολλοί ύστερα από φριχτά βασανιστήρια- την ζωή τους, τις πρώτες εβδομάδες του Σεπτεμβρίου του ’44.

Ο Ελευθέριος Σταυρίδης αναφέρεται και στις αντιδράσεις των Γερμανών για την «μαχητικότητα» του ΕΛΑΣ («Τα παρασκήνια του ΚΚΕ», σελίδα 532):

Είναι γνωστόν ότι ο ΕΛΑΣ ενώ πλείστα όσα κατά Ελλήνων έπραξε, σχεδόν ουδέποτε ηνώχλησαν τους Γερμανούς, με τους οποίους είχεν σχεδόν πάντοτε ανομολόγητον ανακωχήν μέχρι του σημείου ώστε ο πολύς Σβέρμπελ, ο Γερμανός διευθυντής του Γραφείου Τύπου, να λέγη ότι ευτυχώς που επεκράτησαν εις το κίνημα αντιστάσεως των βουνών οι κομμουνισταί, οι έχοντες άλλους σκοπούς, σκοπούς στρεφομένους κατά της Ελλάδος, και εννοούν να κρατούν τας δυνάμεις των ανέπαφους κατά της Ελλάδος, και εννοούν να κρατούν τας δυνάμεις των ανέπαφους δι’ εκείνην την ώραν και δεν θίγουν τους Γερμανούς.

Συνεχίζεται -

(Συνέχεια στο Γ΄ Μέρος)